Wednesday, December 07, 2011

[Εγω Γλυτωσα]

Καταγραφη figment, νουμερο εικοσι τρια, τιτλος "Εγω Γλυτωσα" [ή αλλιως "Παλι"]
      
                  [μουσικη    και    παμε]
                 [κι αν τελειωσει, ξαναπαταμε]

Ερχονται κι αυτες οι μερες ρε παιδι μου που θες τοσο πολυ να γινεις ο αλλος.
Οχι αυτος ο αλλος, οχι αυτος που σου εχει απαλλοτριωσει την καρδια, οχι ο ερωτας, δε λεω αυτον.
Λεω αυτον τον αλλο, το μεγαλο, τον τυπου ινδαλμα, που με το εργο του και τη ζωη του, σου εχει κρατησει μια καποια συντροφια στις δυσκολες στιγμες.
Καθενας μας εχει εναν τετοιον αλλο. Ο οποιος να διευκρινησω πως δεν ανηκει στην κατηγορια των ασυζητητι τιτανομεγιστων διανοουμενων της ιστοριας, δεν ειναι ας πουμε ο Ντοστογιεφσκι, ο Μαρκες, ο Καμυ και οι λοιποι.
Ανηκει σ' αυτους τους αλλους,τους και του αλωνιου και του σαλονιου, τους καλοσπουδαγμενους απογονους με την εμμονη στην καψουρα, τους λουμπεν sui generis.



Εγω, λοιπον, αυτο το παθαινω με τη Μαλβινα Καραλη.
Κατι που ειμαι σε ενα συναισθηματικο μεταιχμιο αυτον τον καιρο, κατι που μου τη θυμισαν τις προαλλες και δυο φιλοι, ε και δεν κρατηθηκα: ξανακυλησα.Την ξαναδιαβασα και την ξαναδιαβασα, την τιμησα και στο γιουτουμπ...
Οποτε περναω αυτο το συναισθηματικο σταδιο, κατα το οποιο εχεις ξεπερασει τις ελπιδες σου για τη δημιουργια καποιου βαθυστοχαστου αριστουργηματος με θεμα "τι ειναι ο ανθρωπος,τι ειναι ο ερωτας", που εχεις ξερασει απο μεσα σου και τα τελευταια υπολειμματα αυτης της ματαιοδοξης ελπιδας και θες να το γλεντησεις τον καημο σου, εγω τοτε σκεφτομαι την Καραλη. Απο τοτε που θυμαμαι τον εαυτο μου, απο τοτε ακομα που ημουν συναισθηματικα -κυριως- ανηλικη με θυμαμαι να τη σκεφτομαι.

Παντα με εντυπωσιαζε το χουι της να φτιαχνει δικες της λεξεις. Να κοροϊδευει την αθηναϊκη διανοια και την ντεμεκ δυσκολη γλωσσσα που χρησιμοποιει, με γλωσσολογικα οξυμωρα. Να δοκιμαζει τις αντοχες εαυτου και αλληλων, τοποθετωντας διπλα σε "σημαντικες" λεξεις τα αυτοσχεδια ή και οχι καλιαρντα της.
Και ολη αυτη η θρησκευτικη αφοσιωση και η αυτιστικη πιστη που και η ιδια ομολογουσε οτι ειχε στον ερωτα...Ανατριχιλα.
Εχω την αισθηση οτι η Καραλη ανηκε σ' αυτη την ολιγαριθμη κατηγορια ανθρωπων, στο προσωπο των οποιων καθετι καθισταται τρισδιαστατο.Λεξεις και αντικειμενα με γνωστη και καθημερινη χρηση, διπλα σε τετοιυς ανθρωπους, επιβεβαιωνονται.
Δεν ξερω αν μπορω να το εξηγησω ακριβως, προκειται για μια αισθηση κυριως.Ειναι πχ σα να λες "περασε η Ταδε και μου ζητησε τσιγαρο" κι ολοι να καταλαβαινουν τι εννοεις, αλλα αν πεις "περασε η Καραλη και κρατουσε ενα τσιγαρο", οχι μονο καταλαβαινουν, αλλα βλεπουν και το τσιγαρο..
Μπορει και να υπερβαλλω, ποιος ξερει.

Ερχονται, λοιπον, αυτες οι μερες που θες τοσο πολυ να γινεις ο αλλος. Δηλαδη οχι ακριβως να γινεις, αλλα που νιωθεις αυτη τη διακριτικη συγγενεια στις λεπτομερειες. Που ανακουφιζεσαι μ'αυτη τη γλυκια διαψευση της μοναδικοτητας σου.
Αυτες οι μερες εμενα με ξεκολλανε απο τη λασπη. Ως εκει. Με ξεκολλανε απο τη λασπη. Δε με ξεπλενουν κι απ'αυτην -ασφαλως και οχι, μαλλον το αντιθετο: με συμφιλιωνουν με εκεινη. Με τη λασπη μου, με τη δικια μου την καταδικια μου λασπη, με τα παραπονα μου και τα προβληματα μου, με τις δυσκολιες μου και με τις ευχες μου, με τις καλες και -κυριως- τις κακες συνηθειες μου, με την κασκαντερικη σταση μου στον ερωτα, με την ντραμα κουιν που -νομιζω ή που οντως- κρυβω μεσα μου,με το τρας που ντρεπομαι να παραδεχτω πως μου κανει παρεα απο καιρου εις καιρο, με το αυταποδεικτο του "εγω ειμαι" και τη ματαιοτητα του να το αποδειξω, με τα γαμοσταυρα και τα καλογουστα μου, με αυτα που εν ολιγοις ειτε καλοκρυβω ειτε καταπινω, διακινδευοντας να τα μετατρεψω στον καρκινο μου.

Κι ετσι καταφερνω να με δω απο αποσταση, να με γραψω λιγο εκει που δεν πιανει μελανι και να με σουλουπωσω, να με συμμαζεψω καπως για να μπορω να εξακολουθησω κι αμα λαχει να γινω και καλυτερη. Ή και χειροτερη, που ειναι μαλλον και πιο δυσκολο και πιο γοητευτικο.
Αλλα πρωτα και πανω απ' ολα, για να μπορω να ειμαι ετοιμη για οταν θα ερθει ο επομενος, ο μεγαλος ο ατελειωτος ο ολοκληρωτικα δικος μου για οσο αντεξει ερωτας. Παντα με την αγωνια στο ματι μηπως ο προηγουμενος ηταν αυτος ο ενας ο σωστος και γω τα σκατωσα και τοτε "πενθος αμετακλητο μετα"..

Καληνυχτα.


Πάλι

της Μαλβίνας Κάραλη

      Χάραμα στο κρεβάτι – πρώτο τσιγάρο της μέρας. Δολιχοκέφαλος αρκούδος στα παπλώματα. Τυπικός καλοπροαίρετος, τις νύχτες γίνεται βιολί. Αφού το κεφάλι του ανάμεσα στον ώμο μου και το μάγουλο, άρα βιολί. Παίζω πάλι. (Για πόσο.) Πρωινό του Σαββάτου με τους Αιγύπτιους και τους Πακιστανούς της Σοφοκλέους. Περπατάω στην κάτω πόλη με τον Σ., τον Α., την Α. Ιρακινοί φίλοι υποδέχονται τους νεοφερμένους με χαμόγελα. Κερνάνε νεράκι εμφιαλωμένο. Καφέ με κάρδαμο. Η Γάντα, η νεαρή Αιγύπτια φίλη μου, με βάζει για δέκατη φορά να της ξαναγράψω το τηλέφωνό μου. Αγοράζω κασέτες και αιγυπτιακή λεμονίτα. «Αγκάπη μου, λατρεύεις Αίγκυπτο, έτσι δεν είναι;» Ανατολή. Μέση οδός δεν υπάρχει. Ή λατρεύεις ή απεχθάνεσαι. Η Α. χώνεται στους Κινέζους και αγοράζει φόρεμα με το μοναδικό της χαρτονόμισμα. «Λεφτά για μεσημεριανό φαγητό ή φουστάνι;» ρωτάει. Φουστάνι, φυσικά. Έκπαγλο λουσάτο κουρέλι. «Σίγουρα Σότρις, αγάπη μου», θα της λένε τα βράδια στο Ζάζα’ς, τα ψώνια με τα κραυγαλέα, τα υπερτιμημένα κουρέλια τους.
 Επιστρέφω απόγευμα στο κρεβάτι, ανοίγω το τελευταίο βιβλίο του Χανίφ Κιουρέισι. Μεσάνυχτα όλη μέρα. Εξ αφορμής μιας πρότασης στο οπισθόφυλλο το πήρα. «Είμαστε αλάθητοι», λέει, «στην επιλογή του εραστή μας, ιδιαίτερα όταν αξιώνουμε το λάθος πρόσωπο. Υπάρχει ένα ένστικτο, μαγνήτης ή αερικό, που γυρεύει το αταίριαστο». Εσύ, πάλι, λες πως με κάτι τέτοιο εκνευρίζεσαι. Πως οι άνθρωποι με αντίστοιχες απόψεις είναι για σφαλιάρες. Θυμώνω. Καλά κάνω και θυμώνω. Δίκιο έχεις. Εδώ και χρόνια πια το ξέρω. Με την άρρωστη κεκτημένη του Μπατάιγ πόσο θα πας; Μια δυο φορές στη ζωή σου. Εγώ τις πήγα, τέλειωσα. Όξω απ΄ την παράγκα οι αταίριαστοι. να τους αγαπάμε. Να τους θυμόμαστε με τρυφερότητα. Τους χρησιμοποιήσαμε. Το πληρώσαμε, πρώτοι εμείς. Γιατί ο λάθος άλλος στην ουσία δεν φταίει. Δεν σου κρύφτηκε. Εκεί που εσύ αναγνώρισες το αταίριαστο, αυτός κατά πάσα πιθανότητα είδε το ταιριαστό. Και δεν φταίει αυτός. Του το έπαιξες καλά. Όποιος αναγνωρίζει εξαρχής το λάθος πρόσωπο και όμως τσαλαβουτάει – αυτός φταίει. Το βλέπεις, βλάκα μου, το λάθος. Και το αποσιωπάς. Γιατί το έχεις ανάγκη. Και το αξιώνεις μόνο σε μια περίπτωση το λάθος πρόσωπο: για να το απαξιώσεις σύντομα. Για να μη δεσμευτείς. Για να μείνεις μόνος. Για να νιώσεις ανώτερος από τον εσφαλμένο. Γιατί από το λάθος πρόσωπο έχεις πάντα τη δυνατότητα να το σκάσεις με όσο το δυνατόν λιγότερη οδύνη. Με απώλειες μηδαμινές. Επιλέγω «ανάξιο εραστή» σημαίνει επίσης: αναβάλλω τον έρωτα, αλλά συγχρόνως δεν κλείνω την πόρτα στην ελπίδα θα φύγει ο πρόσκαιρος και λίγος, και κάποια μέρα θα έρθει ο ανάξιος. Αλλά όχι ακόμα. Δεν είναι η ώρα μου. Τώρα φοβάμαι οτιδήποτε μπορεί να πάρει μορφή αμετάκλητου. Την ισόβια συνύπαρξη, ιδίως.
 «Επιλέγεις λάθος άνθρωπο, δηλαδή, για να το σκάσεις πιο εύκολα; Και τότε πώς εξηγείται το γεγονός πως καμιά φορά κολλάς στο λάθος πρόσωπο εκατό χρόνια;», ρωτάει η μεταμεσονύκτια φίλη. «Κατά τη γνώμη μου, μείνεις, φύγεις, το ίδιο κάνει», λέω. «Πάλι κολλάς, για να γλιτώσεις από μια ουσιαστική δέσμευση. Η λάθος επιλογή σού διασφαλίζει κατά κανόνα ανεξαρτησία. Σε ασφαλίζει από τον πόνο τού να βρεθείς ακάλυπτος, εκτεθειμένος μπροστά στον όμοιό σου. Γιατί, αν με τον όμοιό σου τύχει στραβή, τότε δεν γιατρεύεσαι. Πένθος αμετάκλητο μετά». Νύχτα, δυόμισι χρόνια πριν. Τρέχαμε με ένα φίλο στο Μούλτι Κούλτι  – στο δρόμο απορούσε: «Μα πώς έγινε και πήγα και ερωτεύτηκα αυτό το πράγμα; Η προηγούμενη αγάπη μου διάβαζε στίχους της Σύλβια Πλαθ. Ίδια τραγούδια, ίδια κουλτούρα. Ήθελα να θέλω. Και όμως, δεν με μάγευε παρά μόνο το ασπόνδυλο. Το ριζικά ακαλλιέργητο πλάσμα. Λες πως θα μου περάσει; Αηδιάζω με τον εαυτό μου έτσι που έμπλεξα. Άλλωστε, ξέρεις πως αυτά τα παθιασμένα τα κοροϊδεύω».
 Όχι, χαρά μου, δεν θα σου περάσει, σκεφτόμουν. Απλώς εκεί που κόβεσαι πως δεν θα μπορείς χωρίς την άξεστη αγάπη σου, πολύ σύντομα θα βρεις αφορμή και θα φύγεις. Και θα πεις πως δεν πήγαινε άλλο. Που πάντα πάει, άμα θες. Μετά, τα υπόλοιπα θα τα αναλάβει το πάθος της συντήρησης, θα μοιάσεις τότε ακόμα περισσότερο στους ήρωες που σιχαίνεσαι. Σε κάθε συνάντησή σου με ίσο σου άνθρωπο θα βάζεις μπροστά σαν πανοπλία το άξεστο πλάσμα. Ο λίγος ίσκιος σου θα σε θωρακίζει από την οδυνηρή συνάφεια με τον παρεμφερή σου. Κανονικά πρέπει να χρωστάς ευγνωμοσύνη γι΄ αυτό στην άξεστη αγάπη σου. «Σε ευχαριστώ, ακαλλιέργητο πλάσμα, που η επινοημένη μου εμμονή για σένα με προστάτεψε. Δεν πήγα να καώ με την καλή περίπτωση. Να χάσω την ανεξαρτησία μου. Τη μαγκιά μου. Να γίνω κουρέλι». Αν δεν υπήρχε το φάντασμα του άξεστου ανθρώπου, θα αναγκαζόσουν κάποια στιγμή να ζήσεις κι εσύ με έναν όμοιό σου το οδυνηρό πράγμα που λέγεται ζευγάρι, θα αναγκαζόσουν να είσαι τρυφερός, να αγαπήσεις στ΄ αλήθεια.
 Έκλεισα το βιβλίο του Κιουρέισι – δεν είχα και πολύ κέφι για διάβασμα. Την ώρα που ντυνόμουν για να βγω, θυμήθηκα τον Κ. Άνθρωπος της νύχτας. Παρουσιαστικό τρομαχτικό. Ένας Βίκινγκ με μυαλό πεντάχρονου. Με συμπαθούσε. «Όταν ήμουν νέος», μου εξομολογήθηκε μια νύχτα, «σαν να με μούντζωσε ο Θεός και πήγα κι ερωτεύτηκα. ‘Ηταν μια καριόλα, δεν βάζει με το νου σου. Παίρνω το αεροπλάνο και ανεβαίνω Θεσσαλονίκη να τη δω. Τρελαμένος, θέλω να της πω πόσο ερωτευμένος είμαι, θέλω να πεθάνω μαζί της. Κατεβαίνω παράλυτος. Χέρια, πόδια, δεν μπορώ να τα μανουβράρω. Τη βλέπω να με περιμένει στο αεροδρόμιο. Την κοιτάζω. Και ύστερα την πλακώνω στο ξύλο. Ξύλο πολύ, δεν βάζεις με το νου σου. Την τσάκισα. Πήρα το επόμενο αεροπλάνο και γύρισα. Αυτή ποτέ δεν κατάλαβε γιατί. Ακόμα την αγαπάω την πουτάνα. Ξύλο πολύ, δεν βάζεις με το νου σου…»
 Μεθεόρτια γενεθλίων στο γαλλικό. Αγάπη πολλή, δεν βάζεις με το νου σου. Σε τσάκισα.
                       
 [Μαλβίνα Κάραλη : Σαββατογεννημένη, εκδόσεις 01Κείμενα, 2005, σελίδες 153-157]

Monday, December 05, 2011

[Au revoir, 'συ μονο]

Καταγραφη figment, νουμερο εικοσιδυο, μερος δευτερο,
τιτλος "Au revoir, 'συ μονο"
[ή αλλιως "Οπτικοακουστικες Απουσιες"]


I'm on the edge
Of not wanting to feel this way anymore
 

Οχι, δεν το περιμενες. Θα το βγαλω απο μεσα μου, ελεγες, κι ολα καλα μετα. Τοσο που εχω κλαψει, ελεγες, θα σβησαν τα δακρυα τη φωτια. Το ξερω, ελεγες, δεν ειμαι θλιμμενη πια. Ελεγες. Ελεγες αλλα δεν ακουγες. Δε σε ακουγες. Και τι ν' ακουσεις δηλαδη; Τα ιδια και τα ιδια παλι; Τις σιωπες; Γιατι η αληθεια ειναι πως μπορει να θελεις να ξεχασεις, αλλα αυτο δε σημαινει οτι εισαι κι ετοιμη γι' αυτο. Γιατι η αληθεια ειναι πως αν ηθελες να κανεις εστω κι ενα πραγμα σωστο ολους αυτους τους μηνες, θα μαθαινες τουλαχιστον ιππασια. Για να μπορεις να καβαλας ολα αυτα τα "γιατι" που καλπαζουν μες στο δωματιο και να κοβεις βολτες μεσα στα 130 ευαερα και ευηλια τετραγωνικα μετρα της θλιψης σου.


Με τα πολλα, πειστηκες αν μη τι αλλο οτι και η λυπη εχει δικαιωμα στην κοινωνικοποιηση και βγηκες απ'το σπιτι. Για την ακριβεια, δε βγηκες απλως -μεχρι και χωρα αλλαξες για λιγο για να αλλαξεις παραστασεις, να ξεχαστεις. Τι παραμυθα αυτο το να ξεχαστεις. Να ξεχαστεις, αλλα οχι να ξεχασεις. Να ξεχαστεις, δηλαδη να ΣΕ ξεχασεις κι ας θυμασαι ολα τα αλλα. Ναι αλλα δεν κανουμε ετσι δουλεια. Γιατι δηλαδη να ξεχασεις εσενα, αλλα ολα τα υπολοιπα να τα κρατησεις με ευλαβεια στη συντηρηση; Για οταν θα ξαναγεννηθουν; Τυπου να κρατανε παρεα στο Γουωλτ Ντισνεϋ μεχρι νεοτερας; Παιδικοτητες.

"We have the choice to breathe and it's gonna be me" 

Βεβαια, αν ειναι να επιβιωσεις θα επιβιωσεις. Κι ετσι κι εγινε. Πηρες βεβαια κι ολες τις απαραιτητες αποστασεις ασφαλειας για να μειωσεις τον κινδυνο και τον πονο, βγηκες στους δρομους κι ειπες να το παιξεις οτι ζεις. Και καπως ετσι, χαζευοντας με τα φωτακια, τα φλυτζανακια, τις φιλικες φλυαριες, τα ονειρα που διακοπηκαν αποτομα, τα σχεδια για επαγγελματικη επιτυχια, τις παρελθουσες καταχρησεις και με το εξαιρετικα διακριτικα ερχομενο φθινοπωρο, επεσες πανω σε ενα καποιο φως. Μικροκαμωμενο και αχνο, αλλα φως. Που χαμογελαει με τα αστεια σου, που γκρινιαζει οπως ολοι οι φυσιολογικοι ανθρωποι για καθημερινα μικροπροβληματα, που σε ακουει με ευλαβεια και πραγματικο ενδιαφερον, που νιωθει πως ο χρονος που περναει μαζι σου, κατι του μαθαινει, που δε θυμιζει τιποτα απο τον επωδυνο, μεγαλων κυβικων, παθιασμενο πονο σου. Και ειπες "ωραια, τωρα αναπνευσε".
 

Χαμογελο. Τι παρεξηγημενη λεξη. Λεγεται χαμογελο γιατι γελα στο χαμο και τον κοροϊδευει. Γιατι δε σου ζηταει να ξεχασεις, αλλα να σου δωσεις μια δευτερη ευκαιρια. Κακα τα ψεματα, δεν μπορουσες, δε σκοπευες και δεν ηλπιζες να ξαναερωτευτεις. Να ηρεμησεις ηθελες. Με εναν καποιο που θα ειναι -για οσο- μοναχα δικος σου. Που θα γουσταρει αραια και πού να κοιμάται σπιτι σου. Που δε γουσταρει να σε πηδαει στα ορθια. Που εν πασει περιπτωση, δε θα σου πει το επομενο πρωι κανενα από τα εξης δυο γελοια τσιτατα: "ειχαμε πιει" ή "τα πραγματα δεν ειναι τοσο απλα κι η αληθεια ειναι οτι δεν ξερω τι θελω". Σορρυ, αυτα ειναι τρια τσιτατα. Οχι, δεν κυνηγουσες το μεγαλο ερωτα. Μια αμφιδρομη ειλικρινη συναναστροφη ηθελες -εστω και μετριοπαθη. Και πετυχε.


With a vengeance and a sense of belonging
to a long-coming victory 

Πετυχε στο βαθμο που αντεχες εσυ. Ειπες, κομμενα τα επικινδυνα, τα δυνατα αισθηματα, κομμενες οι ελπιδες και οι πολλες συζητησεις, αγαπητο μου ημερολογιο σημερα η συνεργασια μας ληγει, θα γεμισω την τελευταια σου σελιδα μ' ολα τα "σε θελω" και τα "για σενα καιγομαι" που δεν καταφερα να πω και θα προχωρησω. Χωρις σημειωσεις και οδηγιες χρησεως. Χωρις υστερογραφα και ανορθογραφες επιθυμιες. Δε θα γυρισει γι' αυτο και γω δεν εχω λογο να μενω στο ιδιο μερος φρεναρισμενη. Το ξερεις οτι αυτο ειναι το πιο δυσκολο κομματι της διαδικασιας: να μαθεις να μην ελπιζεις. Να μαθεις να ζεις και χωρις.

Δυσκολευτηκες αλλα εμαθες. Εμαθες τοσα καλα να μην ταραζεσαι καθε φορα που σου ερχεται μηνυμα πιστευοντας ηλιθιωδως εστω και για ενα κλα(σ)μα του δευτερολεπτου οτι θα ειναι ο Ξερεις-Ποιος, να μην ελπιζεις στα οποια σηματα καπνου, να μη μιλας γι' αυτο. Γι' αυτο που σε σημαδεψε. Κυριολεκτικα. Γιατι για σενα, ηταν ομορφα. Αλλα δεν ηταν για σενα. Εμαθες. Με πολλη προσπαθεια, αλλα εμαθες. Και κοντα στα σαραντα του συγχωρεμενου ερωτα, χτυπαει το κινητο. Σε πηρε η ζωη σου εξαγριωμενη να σου πει "ο,τι εμαθες, ξεχασε το." Μπουμ. Αντε τωρα να ξεθαβουμε νεκρους.


I found a letter that describes how the moonlight will lead me to the distant place that you will be
Η ερωτηση ειναι γιατι; Τι θες κι ανακατευεσαι με τις σταχτες; Επειδη εκανε προκοπη η Σταχτοπουτα, νομιζεις οτι θα συμβει και σε σενα; Ερχομαι, λοιπον, εγω, ο παραμελημενος εαυτος σου που εχει ανεχτει τα πανδεινα ολο αυτο το διαστημα και σε ρωτω: σε τι ελπιζεις και γιατι; Και θα σε παρακαλουσα να εισαι ειλικρινης.
-Τιποτα.
-Τιποτα; Πώς τιποτα;
-Τιποτα οπως τιποτα. Δεν ελπιζω τιποτα. Ετσι μ' αρεσει. Λατρευω το ακατορθωτο. Πες οτι αποφασισα να κατσω να μετρησω ολα τα αστερια, μονο και μονο απο ενα καπριτσιο να ξερω ποσα ειναι.


Αληθεια. Δεν περιμενω κατι. Αλλα μιας και τα ονειρα επεστρεψαν με την ιδια σφοδροτητα και μιας και -ετσι νομιζω τουλαχιστον- αντεχω ακομα, ετσι θα γινει. Οκ, ξεχαστηκα. Αλλα δεν ξεχασα. Κι αφου δε σε ξεχασα, θα το πιασω απ' την αρχη, θα μου πιω το αιμα, να δω ποσο αντεχω, να δω αν αξιζω τον κοπο. Εσβησα το μικρο φως, να μην το ξοδευω κι αδικα. Κι αρκουμαι σε μερικα αθωα παιχνιδια με σπιρτα ασφαλειας.


Don't ask
Know that it's understood
There's not enough of me


Ναι ξερω. Δεν εχει νοημα. Αλλα εγω ποτε δεν μπορουσα να κανω αλλιως. Το ακατορθωτο αποτελουσε παντα τον πιο σαγηνευικο προορισμο. Και δεν ειμαι και σιγουρη οτι εχει σημασια το τι μπορει να σου προσφερει ο αλλος. Σημασια εχει τι σου προσφερει αυτο που νιωθεις εσυ. Μια ιστορια αναμεσα σε δυο ανθρωπους συμβαινει με τεσσερις τροπους ταυτοχρονα. 


Τροπος πρωτος: η ιστορια συμβαινει οπως τη βιωσες εσυ.
Τροπος δευτερος: η ιστορια συμβαινει οπως τη βιωσε ο αλλος.
Τροπος τριτος: η ιστορια συμβαινει οπως τη βιωσατε κι οι δυο μαζι.
Τροπος τεταρτος: η ιστορια συμβαινει οπως τη βιωσαν οι τριτοι.
Κι οταν αυτη η ιστορια τελειωσει, τον μονο απο τους παραπανω τροπους που μπορεις να εμπιστευτεις, ειναι ο πρωτος. Γιατι το δευτερο δεν το εμαθες ποτε, γιατι τον τριτο οσο κι αν προσπαθησεις δε θα μπορεσεις ποτε να τον συλλαβεις με απολυτη αντικειμενικοτητα και ο τεταρτος δεν εχει καμια απολυτως εξουσια πανω σου.
Στον απολογισμο σου, επομενως, δεν εχεις το προνομιο να αναρωτηθεις ουτε "τι πηρα απο τον αλλο" ουτε "πού πηγε αυτο που ζησαμε" ουτε "καθενας στη θεση μου αυτο θα εκανε". Εχεις ομως το δικαιωμα να σε καθισεις κατω και να σε ρωτησεις "ποσα απο αυτα που ενιωσες και ειπες και εδειξες και εζησες τα εννοουσες";


From every point in space We've come to this place
So how can it not be fate When we were made this way


Γιατι, ναι οκ, σιγουρα κατι πηρες απο τον αλλον και σιγουρα κατι ζησατε και ασφαλως πολυς κοσμος εχει βρεθει ή θα βρεθει στη θεση σου. Αλλα αυτο που εχει σημασια ειναι οτι συνεβη/συμβαινει σε σενα. Και ναι, μπορει να ειναι απαισιο που ποτε δε θα μπορεσεις να πεις στον αλλο τι ενιωσες, μπορει να ειναι ανυποφορα επωδυνο που τα πραγματα δεν ηρθαν οπως θα ηθελες,
αλλα οπως και να 'χει καπως ηρθαν. Οσο εσυ τα σχεδιαζες αυτα συνεβαιναν. Οσο προγραμματιζες τι ΘΑ ελεγες, χρειαστηκε να μιλησεις πολλες φορες. Κι αυτα τα δυο, σ' αρεσουν δε σ' αρεσουν, φτιαχνουν μια ιστορια. Κι οχι μια ιστορια οποια κι οποια, αλλα μια δικια σου ιστορια.


Κι ισως να ηταν να γινουν ετσι τα πραγματα, ισως αυτος να ειναι ο δρομος.

Για να λεμε τα πραγματα με το ονομα τους, εχω καταληξει σε ενα και μοναδικο συμπερασμα: οτι δεν εχω καταληξει πουθενα.
Μπορει και τιποτα απο τα παραπανω και απο τα προηγουμενα να μην εχουν καμια απολυτως σημασια. Μπορει και γω να μην ξερω τι θελω να πω. Μπορει και ολα αυτα να μην ηταν παρα μια κακη δικαιολογια για την παρουσιαση ενος δισκου κι ενος ζωγραφου. Κι αυτο μπορει να μην ειναι τιποτα περισσοτερο απο ενα κακο φιναλε σε κειμενο.
Ή και οχι.

Friday, October 21, 2011

[Au revoir, 'συ μονο]

Καταγραφη figment, νουμερο εικοσιδυο, μερος πρωτο,
τιτλος "Au revoir, 'συ μονο"
[ή αλλιως "Οπτικοακουστικες Απουσιες"]


A dream of togetherness turned into a brighter mess

Ειναι που ξεκινουν ολα με αυτο το ιδιο φως. Αυτο το πειραγμενο φως που μπαινει στα ματια σου οταν τα ανοιγεις σιγα - σιγα κι εκεινο αρχιζει να κυλα μεσα στην ιριδα σα μικροι κρυσταλλοι ζαχαρης.

Και σχεδον ακους τον ηχο αυτων των μικροσκοπικων κοκκων, οπως κυλουν και φτιαχνουν σχιζοφρενικα μικρα καλειδοσκοπια. Ειναι ελαφρως πορτοκαλι -το ψυχρο. Και χαμογελαει σαν αγουροξυπνημενος μπομπιρας.
Και λες απο μεσα σου "ολα καλα θα πανε".Και το πιστευεις. Δυστυχως.


i wanna remember the places that we 've met

Δεν ειναι οτι κανεις τα στραβα ματια. Ειναι που καταβαθως το μονο που ηθελες ηταν να χορεψεις. Να χορεψεις χαζα, εκτονωτικα. Χοροπηδωντας πανω κατω -ισως και φορωντας λευκες γοβες και ροζ κραγιον- και κουνωντας το κεφαλι δεξια αριστερα, με τα μαλλια σου να τιναζονται στον αερα μισοϊδρωμενα.

Ναι, αυτο ειναι: καταβαθως το μονο που ηθελες ηταν να χορευετε για παντα, γελωντας με τον πιο αστειο τροπο. Κι ηθελες να χορευετε τραγουδια, με λυπημενους στιχους αλλα με χαρουμενες μελωδιες -για να ξορκιζει το ενα το αλλο. Για να ειναι ολα πιθανα. Οχι, δεν ηθελες να ερωτευτεις. Ηθελες να ζησεις μαζεμενα ολα τα παιδικα παρτυ που εχασες.


We both know it's going to be another long winter


Με το τραγικο φιναλε, λοιπον, πεταμενο σε καποια γωνια του μυαλου σου κι επιμελως ξεχασμενο, χορευεις. Χορευεις μεχρι να πεσεις κατω. Πεσμενη στο πατωμα, ακους τα τελευταια μετρα του τραγουδιου. Και το τραγουδι τελειωνει. Και μαζι με αυτο και το παιχνιδι. Τελος και το κυνηγητο.Δεν κυνηγιεστε πια. Για την ακριβεια δεν κυνηγαει πια.
Γιατι εσυ δεν επαιζες κυνηγητο -δεν παιζατε το ιδιο παιχνιδι. Εσυ επαιζες το παιχνιδι του χαμενου θησαυρου. Εψαχνες να βρεις το θησαυρο σου, το θαμμενο απο τη μερα της γεννησης σου. Εκεινος επαιζε κυνηγητο. Εκεινος το εβαλε πεισμα και σε επιασε πριν να τελειωσει καλα - καλα το καλοκαιρι. Εσυ εψαξες, εσκαψες βαθια και μεσα σου και πανω στο κορμι του και στην αμμο και στα πεζοδρομια και στα βραδια και στα σεντονια και στα αεροδρομια και πιστευες οτι τα καταφερες. Αλλα ξαφνικα με ενα εντυπωσιακο "φααπ!",ακριβως τη στιγμη που εκανε την εισοδο του ο χειμωνας, ο θησαυρος εγινε καπνος. Παιζατε διαφορετικα παιχνιδια, παιζατε ο καθενας μονος του. Επαιζε μονος του και κερδισε. Ετρεχες μονη σου και βγηκες δευτερη.


I couldn't sleep and then in dreams we meet and stay asleep
Χανεις τις μερες σου γιατι ετσι γουσταρεις. Χανεις τα λογια σου γιατι τα παραμελησες. Χανεις εσενα γιατι σε εβαλες σε δευτερη μοιρα. Χανεις τον υπνο σου γιατι δεν αντεχεις να βλεπεις το ιδιο ονειρο. Το ιδιο ονειρο μηνες τωρα. Ξαπλωνεις δυσκολα. Αφηνεις την μπαλκονοπορτα ανοιχτη -"για μια ωρα αναγκης",λες αλλα στην πραγματικοτητα το κανεις με την ελπιδα πως αν τη βρισκει ανοιχτη το ονειρο θα φευγει μια ωρα αρχυτερα και θα βρεις την ησυχια σου.
Καθε πρωι σηκωνεσαι απ'το κρεβατι, πας στο μπανιο, στεκεσαι μπροστα στον καθρεφτη και λες μεσα απ' τα δοντια σου "πλαγιασα μ' ενα ονειρο".Και κλαις χωρις ηχο, μη σ' ακουσει η κολωνια σου και θυμωσει. "Πλαγιασα μ' ενα ονειρο".Αυτο ειπες εκεινο το πρωι μολις μπηκες στο αμαξι σου κι αυτο λες καθε μερα απο τοτε."Πλαγιασα μ' ενα ονειρο".Και δε σε παιρνει ο υπνος.Πια.Για να πληρωσεις οπως σου αξιζει που ξεχασες να προσθεσεις την απαραιτητη κτητικη αντωνυμια:πλαγιασα μ' ενα ονειρο ΜΟΥ.


I don't want to lose myself[Frauen und Steine] 

82 νυχτες το ιδιο ονειρο.Μονο δυο νυχτες ονειρευτηκες αλλα.Και τη μια, ακομα προσπαθεις να την ξεχασεις. Ξυπνησες και σκεφτηκες αμεσως αυτον τον πινακα. Ηταν η 55η ή 56η νυχτα, δεν εισαι σιγουρη.Ησουν,λεει, εσυ νεκρη μες στη μεση του πουθενα και το δερμα σου ξεραινοταν σιγα - σιγα, επαιρνε το χρωμα της αμμου, ωσπου μεταμορφωθηκες σε πετρα.Πετρα σχηματισμενη με το στομα μισανοιχτο.Κι ενω ησουν νεκρη και πετρωμενη, σε ειδες να ερχεσαι απο μακρια κλαιγοντας.Πεταχτηκες απ'το ονειρο με δυσπνοια και σε παρακαλεσες, αν ειναι να βλεπεις τετοια ονειρα, καλυτερα το ιδιο καθε βραδυ.Χιλιες φορες καλυτερα. Κι ας μη φταις.

Γιατι δε φταις.Γιατι οταν τον ποθο τον καταπινεις αμασητο, αυτος συσσωρευεται και γινεται φωτια. Απ' αυτες τις μεγαλες που αναβουν στις παραλιες τα καλοκαιρια. Και συ τον καταπιες ολοκληρο και αν τον κρατουσες λιγο ακομα, θα πεθαινες ή απο εσωτερικη πυροραγία ή απο τις αναθυμιασεις. Πηρες, λοιπον, κι εσυ ενα κομματι υφασμα βουτηγμενο στη μυρωδια, αυτη τη μια την αγαπημενη, σκουπισες τα ξεραμενα φιλια απ' τα χειλια σου κι αρχισες να φυσας τον πυρακτωμενο ποθο σου. Σαν κασκαντερ σε τσιρκο εμοιαζες. Κι εβλεπες μεσα στις φλογες να χορευουν οι ανατριχιαστικες λεπτομερειες και τα μισοειπωμενα και τα ψεματα και τα μυστικα και γελαγες τοσο πολυ που παραλιγο να παρουν φωτια τα δοντια σου.
Μα η φωτια ακομα να σβησει.
Αυτο δεν το περιμενες, σωστα;

[Συνεχιζεται..] 

*Ολοι οι πινακες ειναι του Paul Delvaux και τα τραγουδια των au revoir simone, με τη σειρα που περιεχονται στο δισκο τους the bird of music.

Sunday, October 09, 2011

Το τελος του κοσμου

Καταγραφη figment, νουμερο εικοσιενα, τιτλος "Το Τελος του Κοσμου" [ή αλλιώς "And I'm feeling blue"].



Ορισμενες φορες σε σκεφτομαι τοσο εντονα, που νιωθω οτι θα ανοιξω το στομα μου και θα φτυσω κανα ασημενιο δαχτυλιδι. Διαβρωμενο απ' το αλατι της θαλασσας, αδικως θαλασσοπνιγμενο. Και θα θυμωσω με μενα που πιστεψα η ηλιθια οτι το ειχα χασει δια παντος.






Χτες το βραδυ ονειρευτηκα οτι καταστρεφοταν ο κοσμος. Ολα ειχαν μια αποχρωση μπλε ραφ κι ο μονος που νοιαζοταν για τη σωτηρια μου, ηταν ο πατερας μου. Πληρωσε ο,τι ειχε και δεν ειχε, λεει, για να εξασφαλισει δυο θεσεις για μενα και την αδερφη μου στο καλυτερο καταφυγιο της χωρας. Μαζεψα τα πραγματα μου σε τρεις μαυρους σακους και παραλιγο να ξεχασω την οδοντοβουρτσα μου. Φυσουσε δυνατα κι εβρεχε κολασμενα.
Ολα ηταν ετοιμα για τη σωτηρια μου κι ολα αυτα χαρη στον πατερα μου. Αλλα εγω τελευταια στιγμη ανοιξα την πορτα του τεθωρακισμενου τζιπ που θα μας οδηγουσε στο καταφυγιο, ετρεξα στο δρομο και πεταχτηκα στο αμαξι σου μπροστα. Τελευταια στιγμη προλαβες και φρεναρες. Εβαλα το χερι μου απ' το ανοιχτο παραθυρο του οδηγου, ανοιξα την κλειδωμενη πορτα και σου ζητησα να βγεις. Τοση ομορφια μαζεμενη σε μια αποβιβαση, δε θυμαμαι να εχω συναντησει ποτε μου.
Βγηκες. Περασα το χερι μου μεσα απο τα μαλλια σου. Τοποθετησα τον αντιχειρα μου στη στερνικη εντομη σου κι ενιωσα το χτυπο της καρδιας σου. Και για λιγα δευτερολεπτα ειχα αυτο το συναισθημα οπως οταν ξεδιψαμε. Σου εδωσα ολα τα απαραιτητα εγγραφα που θα χρειαζοσουν. Κι ετσι σου εδωσα τη θεση μου στο καταφυγιο. Για να σωθεις.
Μπηκα στο αμαξι σου, εβαλα οπισθεν κι εφυγα με υπερβολικη ταχυτητα μεσα στην πιο μπλε θαλασσα που δεν εχω δει στη ζωη μου ολη. Εσυ κοιτουσες.


Yeah, let's go for a ride.

"Περα απο αυτο το παραλογο, θα πρεπει να υπαρχει κι αλλο. Ειμαι σιγουρος", ειπε το αγορι με τα μαυρα δαχτυλιδια στα μαλλια.
Κι εγω τον πιστεψα. Και τωρα περιμενω αυτο το αλλο παραλογο να με ρουφηξει και να με εισπνευσει, να με φχαριστηθει.
Για την ωρα διαβαζω τις "Λεξεις" του Σαρτρ. Ναι, ξερω, ειμαι αξια της τυχης μου.

Sunday, October 02, 2011

[Οχι Εγω]

Καταγραφη figment, νουμερο εικοσι, τιτλος: Οχι Εγω [ή αλλιως Λογια Αλλων].



500 days of Summer


Δεν πολυπροχωρανε αυτες οι μερες.Κι επειδη δεν μπορω καλα - καλα ουτε να συμβω, κατα συνεπεια δε μου καθεται ουτε λεξη.
Δε θα την πιεσω. Την κατασταση.
Τευχος 44, Καλειδοσκοπιο και αποσπασματα απο εκει αυτη τη φορα. Ισως και καμια ασημαντη λεκτικη συμπεριφορα απο μερους μου στο που και που.
Α ναι, και μουσικη.

ΤΑ ΜΠΛΟΥΖ.

"Νόοου πούσι μπλουζ"
Κοιταζω εδω και μηνες
την πραγματικοτητα στα ματια
και προσπαθω να μεινω σοβαρος
Παιζουμε το παιχνιδι που
οποιος γελασει πρωτος
χανει
και εχω χασει
ηδη δυο φορες.
Παυλος Πετρης

(Παρενθεση ναι.)
Εγω, λεει [ποιος λεει;], φοβαμαι τα υψη και εχω ακροφοβια. Αλλα εχω βουτηξει και στο κενο. For fun κι ετσι. Για να εχουμε κατι να θυμομαστε.
Ρε με γαμησες, το εχεις καταλαβει;
(Παρενθεση οχι.)


Η ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΚΑΙ Η ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ.

Virginia Woolf
Και ειπε η Βιρτζινια: Δεν μπορεις να βρεις γαληνη αποφευγοντας τη ζωη.



Francoise Sagan
Και της απαντησε η Φρανσουαζ: Φυσικα και πιστευω στο παθος. Σε τιποτε αλλο...


Η ΤΡΑΓΙΚΗ ΕΙΡΩΝΕΙΑ
Προτελευταιο αρθρο ΚΑΛΕΙΔΟΣΚΟΠΙΟΥ με θεμα ερωτικα σορτ στοριζ και το σαουντρακ τους.
Ας περασουμε παρακαλω στην τραγικη ειρωνεια αριθμο ενα: οι τιτλοι των σορτ στοριζ με σειρα εμφανισης.
1. Summer fuck
2. Κοπεγχαγη, Απριλιος 2011
3. Lacrimosa
4. Ανευ τιτλου
5. One night stand
6. Ενοχο σεξ
7. Ειμαι ρομαντικος, τι να κανουμε;
8. Sex marathon

Τιτλος της πουτανας της τραγικης ειρωνειας;
"Το καλοκαιρι μου σε τιτλους".

Ξερναω απο την υπερενταση ηδη. Αλλα επειδη η ζωη ειναι η μοναδικη στην παρτιδα αυτη που της επιτρεπεται να παιζει με πεντε ασους (κι εκει που νομιζεις οτι τα εχεις δει ολα, σου απανταει "δε νομιζω αγαπουλα"), ας περασουμε παρακαλω στην τραγικη ειρωνεια αριθμο δυο: αποσπασμα απο το σορτ στορι της Ιωαννας Γερακιδη, με τιτλο "Κοπεγχαγη, Απριλιος 2011".

"Με φιλαει με τοση δυναμη που νομιζω πως θα ματωσουν τα χειλια μου. (...) Πριν προλαβω να κλεισω την κουρτινα με τραβαει πανω του. Ακουγεται το
Ειναι σκοτεινα. Και φωτεινα. Ειμαστε ξαπλωμενοι. Κοιταζομαστε. Φιλι καυτο και δροσερο. Το τραγουδι τελειωνει."

Τιτλος αυτης της τραγικης ειρωνειας;
"Αυτο ειναι το δικο μου τραγουδι, κυρια Γερακιδη."


ΧΩΡΙΣ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ
Ειμαι κακια. Πολυ κακια. Και μισοτελειωμενη. Ειμαι μια παρορμηση που την καταπιεσαν οταν ηταν παιδι και τωρα που μεγαλωσε, κυκλοφορει και το παιζει παθος. Κι εβρισα πολυ αποψε για τα μετρα μου. Αλλα ποιος χεστηκε; Εδω εχω κλαψει πολυ για τα μετρα μου τους τελευταιους δυο μηνες και δε χεστηκε ουτε η μανα μου.
Δε θελω ρε να κλαφτω. Το παραπονο με παιρνει μονο για τα μισολογα και τα πηγαινελα.
Θυμος με πιανει που βρηκα ενα κοινο αναμεσα στο μετρό και τον ερωτα: και τα δυο υπολειτουργουν αν καποιοι σταθμοι ειναι χωρις ανταποκριση.
Δεν πειραζει ομως. Εχω το Μαρκες εγω να με παρηγορει και να μου δινει συμβουλες για τις θλιμμενες πουτανες της ζωής μου.
Μου ειπε ο παππους Γκαμπριελ "Κοίτα μην πεθάνεις χωρίς να δοκιμάσεις τι θαύμα είναι να γαμάς από έρωτα". Και γω θα φυλαξω σαν κορη οφθαλμου τη συμβουλη του
Cause I'm a ride or die,
whether you fail or fly.




Ναι; Ναι.
Κι αυτη τη φορα χωρις "ή και οχι".

Sunday, September 04, 2011

[Ξαπλωμενη]

Nobuyushi Araki

Καταγραφη figment, νουμερο δεκαεννια, τιτλος Ξαπλωμενη [ή αλλιως Κλινηρεις Συνειρμοι]
*Πατα στα μπλε.Αν θες.



        Ονομαζεται υπομονη, ο χρονος που παιρνει ο ποθος για να μεγαλωσει.


Ξαπλωσα στη μεση της Καλλιδρομιου, Κυριακη μεσημερι. Θυμηθηκα τον Jiří Kylián, τις κυριακατικες εφημεριδες, τον ατελειωτο υπνο, τον Julio Cortazar ["Και αφού κάνουν ὅ,τι κά­νουν, ση­κώ­νον­ται, πλέ­νον­ται, βά­ζουν τὸ τὰλ­κ καὶ τὰ ἀ­ρώ­μα­τά τους, χτε­νί­ζον­ται, ντύ­νον­ται καί, ἔ­τσι, στα­δια­κὰ γί­νον­ται ξα­νὰ αὐ­τὸ ποὺ δὲν εἶ­ναι."], τα διλημματα, το σκοταδι, τα κλαματα, την Pia Colombo χαμενη στη μεταφραση, το παραπονο, το αγαπημενο μου χρωμα που δε θεωρειται χρωμα, το δευτερο αγαπημενο μου χρωμα που εχει διαλεχτει για να διακοσμει το πενθος, τη συμφωνια της Βαρκιζας και τους φιλους μου τους ποιητες, τη Νισυρο, μια Τεταρτη στη Lincoln Square στο Μανχαταν παρεα με τους Your Hand In Mine, την αδερφη μου που ποτε δεν προλαβαινω να τη συνειδητοποιησω γιατι παντα προλαβαινει και συμβαινει με ειλικρινεια και αυτο παντα θα μου θυμιζει ζαχαρη αχνη, ενα δαχτυλιδι κι αλλο ενα, τον Μπορχες και το διακαη μου ποθο να συμπεριληφθω καποτε στο βιβλιο των φανταστικων οντων του, την αναγκη να προχωρησω κι ας μην μπορω, τις ευκολες συναναστροφες που ξερουν καλυτερα απο καθετι να λειτουργουν καταπραϋντικα, τον Tom Waits ή και οχι, τον August Strindberg, το Killing Moon απο τους Echo and the Bunnymen και μονο, τον αστερισμο της Κασσιοπης, την αηδια που μου προκαλουν οι λεξεις και τη διπλη αηδια που μου προκαλω εγω [γιατι μου προκαλουν αηδια οι λεξεις και παρ' ολ' αυτα εξακολουθω να τις κυνηγω, ξεχνωντας οτι μπροστα - μπροστα απ' ολες τους τρεχει η "χιμαιρα"].

Τοση ωρα ξαπλωμενη. Και δεν περασε ουτε ενα αμαξι. Να τελειωνουμε.

Tuesday, August 23, 2011

[Το Τριπτυχο]

Καταγραφη figment, νουμερο δεκαοκτω, τιτλος:Το Τριπτυχο [ή αλλιως Τα Τρια Αλφα.]


Η ΑΠΟΡΙΑ.

Sitting woman with legs drawn up, Egon Schiele
"-Μαλακία.....σχολιασε συμπερασματικα η φιλη της.
Εκεινη ανασηκωσε τους ωμους της σα να ηθελε να τιναξει απο πανω τους το βαρος μιας στιγμης παρελθουσης και υποκειμενικα επιπονης."

Μικρη, οταν τη ρωτουσαν τι ηθελε να κανει οταν θα μεγαλωσει, εκεινη απαντουσε οτι ηθελε να φτιαχνει ζυγαριες.
Να φτιαχνει ζυγαριες. Οχι ακριβειας. Απ' τις αλλες, τις μεταλλικες. Αυτες που βρισκεις πια μονο στα παλιατζιδικα και στα παντοπωλεια των χωριων της επαρχιας. Κι αυτο, οχι απο καποια εσωτερικη επιθυμια να ζυγιζει τα πραγματα, αλλα απο φοβο οτι κανενας δεν ηξερε να το κανει.

Μικρη, οταν τη ρωτουσαν ποιο ειναι το αγαπημενο της ποτο, εκεινη απαντουσε οτι ηταν η θαλασσα.
Η θαλασσα. Αυτο το κοκταιηλ απο νερο, αλατι, αερα, ζωοπλαγκτον, φυτοπλαγκτον, πετρελαιο και ηλιο. Αυτη η παραισθηση μητρας. Που σερβιρεται σε οποιαδηποτε θερμοκρασια κι ειναι παντα η ιδανικη. Που αν πιεις πολυ θα σε ξεκανει μια κι εξω απο αφυδατωση.

Η ΑΡΝΗΣΗ.


                          Yosebu, You will see

Μικρη οταν ηταν, ρωτησε τι ειναι ο θανατος και οι μεγαλοι ολοι της απαντησαν με τη σιωπη τους, κανεις δεν ανοιξε το στομα του να της απαντησει. Γι' αυτο κι οταν τη ρωτησαν τι νομιζει αυτη πως ειναι ο θανατος, εκεινη απαντησε οτι θανατος ειναι το φιλι.
Το φιλι. Οχι του αποχαιρετισμου ουτε της ανταμωσης. Οχι των ερωτευμενων ουτε της μανας στο παιδι. Το φιλι των μισοτελειωμενων ανθρωπων. Αυτων που αγνοουν τις απαντησεις και φοβουνται τις λεξεις που μπορει να δραπετευσουν απ' τα στοματα αν αυτα ανοιξουν. Και γι' αυτο φιλιουνται. Σα μια επιθυμια συνενοχης στη σιωπη του αποφευχθεντος ανειπωτου.
Το φιλι. Το πρωτο φιλι που δεν ξερει οτι θα ειναι και το τελευταιο. Το φιλι που μυριζει γαρυφαλλο και εγωισμο. Το φιλι που παιρνεις μαζι σου οταν ολα τ' αλλα σ' εχουν αφησει. Το φιλι που σε σκοτωνει χορηγωντας σου υπερβολικη δοση ζωης.

Μικρη, τη ρωτησαν ποια πιστευει οτι ειναι η μεγαλυτερη υποκρισια. Κι εκεινη απαντησε το δερμα.
Το δερμα. Κι ακομα δεν εχει καταλαβει γιατι απαντησε κατ' αυτον τον τροπο.


Η ΑΠΟΔΟΧΗ.

                        Bill Viola, Acceptance, 2008

Μικρη, τη ρωτησαν ποιο θεωρει οτι ειναι το εσχατο των εγκληματων. Κι εκεινη απαντησε οτι ηταν το βιολι. Κι οταν μεγαλωνοντας, τη διδαξαν οτι το βιολι στα αγγλικα λεγεται "violin" και η βια "violence" βεβαιωθηκε οτι ειχε πεσει μεσα με εκεινη την παιδικη της απαντηση.

Ακου.
Ν' αγαπας την απωλεια και να υπομενεις τη φθορα.
Να επανεφευρεις το χαος, να παραδινεσαι στη ληθη και να διεκδικεις την αγνοια.
Χαος. Ληθη. Αγνοια.
Γιατι αν η ληθη ειναι το αποτελεσματικοτερο φαρμακο, η αγνοια ειναι η ευεργετικοτερη προληψη.
Χαος.

Sunday, July 17, 2011

[Bei Μir Βist Du Schön]

*ολα τα κοκκινα, πλην του τιτλου, πατιουνται. Καλη διασκεδαση.*

[René Magritte, The dangerous liaison]

Καταγραφη figment, νουμερο δεκαεπτα, τιτλος: Bei Μir Βist Du Schön [ή αλλιως Close Your Eyes, We Are Blind]


Αγγιζω το στομα σου, με το δαχτυλο μου αγγιζω το περιγραμμα του στοματος σου, το σχεδιαζω σαν να το δημιουργει το χερι μου, σαν το στομα σου να μισανοιγει για πρωτη φορα και αρκει να κλεισω τα ματια μου για να το σβησω και να ξαναρχισω να το φτιαχνω, και καθε φορα κανω να γεννιεται το στομα που ποθω, το στομα που επιλεγει το χερι μου και σχεδιαζει πανω στο προσωπο σου, ενα στομα επιλεγμενο αναμεσα σε τοσα αλλα, επιλεγμενο με ηγεμονικη ελευθερια απο εμενα για να το ζωγραφισει το χερι μου πανω στο προσωπο σου και που απο ενα γυρισμα της τυχης που δεν προπαθω να καταλαβω συμπιπτει ακριβως με το στομα σου που χαμογελαει κατω απο εκεινο που σχεδιαζει το χερι μου.
Με κοιτας, με κοιτας απο κοντα, καθε φορα κι απο πιο κοντα και τοτε παιζουμε τον κυκλωπα, κοιταζομαστε ολο κι απο πιο κοντα και τα ματια μεγαλωνουν, πλησιαζουν το ενα το αλλο, κολλανε το ενα στο αλλο και οι κυκλωπες κοιτιουνται, οι ανασες τους μπλεκουν, τα στοματα συναντιουνται και παλευουν ανορεχτα, δαγκωνονται με τα χειλια, ακουμπωντας μολις τη γλωσσα πανω στα δοντια, παιζουν μεσα στον περιβολο τους που πηγαινοερχεται ενας βαρυς αερας με ενα παλιο αρωμα και μια σιωπη. Τοτε τα χερια μου θελουν να βυθιστουν στα μαλλια σου, να χαιδεψουν αργα τα βαθη των μαλλιων σου ενω φιλιομαστε σαν το στομα μας να ειναι γεματο λουλουδια ή ψαρια, ζωηρες κινησεις, σκοτεινη ευωδια. Κι οταν δαγκωνομαστε ο πονος ειναι γλυκος κι οταν πνιγομαστε μ' ενα συντομο και τρομερο ταυτοχρονο ρουφηγμα της αναπνοης, αυτος ο στιγμιαιος θανατος ειναι ομορφος. Και υπαρχει ενα και μονο σαλιο, μια και μονη γευση απο ωριμο φρουτο κι εγω σε νιωθω ν' ανατριχιαζεις απανω μου οπως η σεληνη στο νερο.
Χουλιο Κορτασαρ, Το Κουτσο, εκδοσεις ΕΞΑΝΤΑΣ


Χαμογελω στην ιδεα του ποσο ομορφο θα ηταν, την παραπανω περιγραφη, ο καθενας απο εμας να την επαιρνε και να την εκανε δικια του, να προσεθετε τα "δικα του" χειλια και τα "δικα του" δαχτυλα.Τη "δικη του" ανασα και το "δικο του" σαλιο.Τα "δικα του" ματια και το "δικο του" στομα.Να σχεδιαζε τα αμιγως προσωπικα του δευτερολεπτα.
Καληνυχτα και καλη τυχη.

*Ευχαριστω τη φιλη μου και εικαστικο Βικτωρια Καρβουνη [μπορειτε να τη βρειτε εδω] που με "συστησε" με το παραπανω αποσπασμα απο το προαναφερθεν βιβλιο του Κορτασαρ και για την ιδεα της οτι αν αυτο το κειμενο ηταν πινακας, θα ηταν του Μαγκριτ.*

Friday, July 01, 2011

[Nihil sub sole novum.Νihil sine magno labore]

ryanmcginley

Καταγραφη figment, νουμερο δεκαεξι, τιτλος:
Nihil sub sole novum.Νihil sine magno labore [ή αλλιως Ουδεν κρυπτον απο τον ηλιο -ας κρυφτουμε στη γυμνια μας]



                 ο ουρανος πανω απο τα κεφαλια μας

Οταν με γνωρισε ημουν βουτηγμενη σε μια μυστηριακη αχλη. Αυτη την καλοκαιρινη αχλη βακχικου εγωκεντρισμου που σε χαρακτηριζει οταν εχεις προσφατα χωρισει κι επιδιδεσαι σε σεξουαλικες δραστηριοτητες αναζητησης του χαμενου χρονου. Ειχα στην ενεργεια μου αυτο τον ανεπιτηδευτο ναρκισσισμο του ανθρωπου, ο οποιος ξερει οτι γινεται συμπαθης σε ολους, που ξερει οτι τον κανει επικινδυνα γοητευτικο η αφηρημαδα του και η σιωπη του -χαρακτηριστικα που στην πραγματικοτητα οφειλονται στην παντελη ελλειψη επικοινωνιας με τον εαυτο του.

ryanmcginley

Κατα πασα πιθανοτητα με διαλεξε προτου καν εγω αντιληφθω οτι υπαρχει.Απ'την αλλη ακρη μιας φωτιας, με χαζευε με βλεμμα σχιστο και μισοκλειστο, λες και επεκρινε το αλαζονικο και ημιμεθυσμενο νευρικο γελιο που με ειχε πιασει. Στην πραγματικοτητα τωρα ξερω πως μονο αυτο δεν εκανε -αντιθετα, με ζυγιζε, με μετρουσε εκατοστο προς εκατοστο για να βεβαιωθει αν αξιζω τον κοπο να ασχοληθει μαζι μου και ταυτοχρονα φροντιζε να φυτεψει -με χειρουργικες κινησεις- μεσα μου την επιθυμια μου να με γοητευσει.
Ασφαλως και το πετυχε. Δε χρειαστηκαν παραπανω απο 24 ωρες, ελαχιστα βλεματα, πολλη ραθυμη συμπεριφορα και μια διακριτικη διαφωνουσα τοποθετηση φιλοσοφικου περιεχομενου για να τραβηξει την προσοχη μου.

ryanmcginley

Νομιζω οτι οσες μερες και νυχτες κι αν παρηλθαν εκεινου του εικοσιτετραωρου, οσος ιδρωτας κι αν χυθηκε, οσες λεξεις κι αν ειπωθηκαν, οσο μικρες κι αν ηταν οι διαρκειες κι οσο μεγαλες κι αν ηταν οι αποστασεις, για μενα ολα θα συναντιουνται σ' αυτο το εικοσιτετραωρο.
Αυτο το πρωτο εικοσιτετραωρο που υπαρχει σε καθε γνωριμια, που για τον αλλον εισαι καποιος αλλος, καποιος γοητευτικος ξενος, καποια πολλα -ή και οχι- υποσχομενη αγνωστη γη.
Και για ενα λογο ακομα: γιατι απ' ολα τα εικοσιτετραωρα της ζωης μου, αυτο θα μου θυμιζει πιο εντονα απ' ολα οτι
ζωη ειναι αυτο που συμβαινει ενοσω εσυ κανεις αλλα σχεδια.
Με την προσοχη μου στραμμενη σ' αυτο το εξεχουσας γοητειας διποδο, δεν ειδα αυτο που ερχοταν.

Nihil sub sole novum. Nihil sine magno labore.
Τιποτα καινουριο δεν υπαρχει κατω απο τον ηλιο.
Τιποτα χωρις μεγαλη προσπαθεια.

Thursday, May 12, 2011

Sereντιπγιαντιπ



Καταγραφη figment, νουμερο δεκαπεντε, τιτλος: SerenντιπγιαντιπΠαραξενες συμπτωσεις λιγο πριν την αλλαγη της μερας].


"Πρωτα απ' ολα θελω να ξερεις οτι την αγαπησα οσο κανεναν αλλο στη ζωη μου. Και δε λεω μεγαλα λογια. Την αγαπησα ολοκληρη και καταλαθως. Ουτε που καταλαβα πώς εγινε. Και οσο κι αν εχω προσπαθησει δεν μπορω ουτε να θυμηθω. Απλα μια μερα, ξυπνησα και καταλαβα πως την αγαπω. Της το ειπα πολλες φορες, στα αστεια και στα σοβαρα. Προσπαθησα να της το δειξω και με ολους τους τροπους που ηξερα. Νομιζω πως με πιστεψε και πως χαρηκε που καποιος την αγαπησε οσο εγω.
Το πώς εληξε η ιστορια μας δε θα το μαθεις, γιατι δε σε αφορα. Το οτι κρατας αυτο το γραμμα στα χερια σου, αποδεικνυει οτι παντα υπαρχει χρονος για το οτιδηποτε. Χρονος που συνηθιζουμε να τον ξοδευουμε και γι' αυτο οταν τον χρειαζομαστε αυτος δεν ειναι πια εκει.
Εγω αγαπησα πολυ και το διεκδικησα. Και δεν αφησα το χρονο να παει χαμενος. Κι ηθελα να παιξω λιγο με τη ζωη και με τις ιστοριες που καμια φορα σκαρωνει.
Δεν ξερω ποιος/ποια εισαι. Ουτε αν αγαπας ουτε αν ξοδευεις το χρονο σου.
Χαρηκα ομως που εστω κι ετσι σε γνωρισα.

Μαριος.
Τριτη 7 Ιουνιου 2005.
Εξαρχεια."

Αυτο το χαρτι, το βρηκα πριν 40 περιπου λεπτα, κιτρινισμενο, φθαρμενο και πεταμενο στη γωνια Ιουστινιανου και Αυτοκρατορων Αγγελων, γυρνωντας απο το ψιλικατζιδικο. Το αντεγραψα αυτολεξει. Δεν εχω τιποτα να σχολιασω ουτε να συμπληρωσω. Μονο αυτο: για κανεναν λογο δεν πιστευω σε κωλομελογλυφατα παιχνιδια της τυχης, τυπου "Serendipity". Απλως μου εκανε εντυπωση το γεγονος οτι βρεθηκε στα δικα μου χερια αυτο το χαρτι/γραμμα/σημειωμα [μετα απο σχεδον 6 χρονια τουρισμου στα εξωτικα Εξαρχεια]. Θα επρεπε ή να εχει λιωσει απο τις βροχες και τις ζεστες ή να εχει βρεθει αργα ή γρηγορα σε καποιο καδο κι απο εκει στα Λιοσια.
Δε γνωριζω αν και ποτε η ζωη επιλεγει να μας πει κατι. Κι ουτε σκοπευω να τη "δω" Kate Beckinsale. Κι αυτο γιατι, αν επιτρεψω να μου συμβει κατι τετοιο, με την κατασταση που επικρατει στη ζωη μου αυτη την περιοδο, στην καλυτερη των περιπτωσεων:
α)το μοναδικο κοινο μας με την Kate θα ειναι "Ο ερωτας στα χρονια της χολερας" και
β)η ταινια δε θα λεγεται "Serendipity", αλλα "Σερεντιπγιαντιπ".

Αυτα.
Καληνυχτα και καλη τυχη.


Friday, May 06, 2011

Οι ανεμομυλοι του μυαλου σου

Autumn Loneliness
© Daemonoropsis 

Καταγραφη figment, νουμερο δεκατεσσερα, τιτλος: Οι ανεμομυλοι του μυαλου σου στον Πλουτωνα σερβιρουν προγευμα ή Υποθεση "Δον Κιχωτης"].



το παρακατω κειμενο συνοδευεται απο αυτο το τραγουδι. παρακαλεισθε οπως πατησετε play πριν αρχισετε να διαβαζετε.
Ο καπετανιος και το πληρωμα του αεροσκαφους σας ευχονται καλο ταξιδι.



Κυκλοι.
Δεν μπορεις ποτε να ξερεις.
Δεν μπορεις ποτε να πεις.
Παντα καταληγεις με το κεφαλι σου να γυριζει.
Πας και βαζεις στο ριπιτ ολα τα αγαπημενα σου κομματια και εξοριζεις την λατρεμενη σου καρεκλα σε καποια μπαλκονατη γωνια με περισσευουμενο ηλιο και περιμενεις.
Κατι να συμβει.
Κατι να πεσει απο τον ουρανο.
Κατι να ξεπροβαλλει απο το εδαφος.
Κατι να.
Να μιλησεις.
Να μιλησει.
Να μιλησει καποιος.

Ολοστρογγυλα.
Καθενας μας εχει ενα καλοκαιρι κρυφο. Ενα δικο του, καταδικο του, καλοκαιρι, του οποιου την υπαρξη μπορει ακομα και να αγνοει.
Ειναι αυτο το καλοκαιρι που δεν το βλεπεις να ερχεται, που δεν το προσδοκάς καν, που δεν το προσμενεις, ρε παιδακι μου. Ειναι αορατο και ειναι παντα εκει. Μεγαλωνει και ανατρεφεται με τα τραγουδια που ακους, με τα μπινελικια που καταπινεις, με τις αδικιες που ανεχεσαι, με τους ερωτες που αγνοεις, με τις αναπνοες που προσπερνας, με τις σιωπες που φλερταρεις και τις φλυαριες που παντρευεσαι, με την τρελα που φοβασαι, με τις μυρωδιες που δυσκολευτηκες να αποφυγεις, με τα ονειρα που ξεχασες μα εκεινα δε σε αφησαν ποτε στην ησυχια σου, με τους φιλους που ποτε δε διαλεξες μα ειναι ακομα εδω, με τους εραστες που περιμενες ενω ηξερες οτι ποτε δε θα ερθουν, με τους γονεις που συγχωρησες αλλα δεν ξερεις καλα - καλα για ποιο πραγμα τους συγχωρεσες, με τα κειμενα που εγραψες οσο ελειπες απο εσενα τον ιδιο, με τις αυτοκτονιες που προγραμματισες και με τους καυσωνες που ανεβαλες, με τα φιλια που σκορπισες και εμεινες να τα χαζευεις που απογειωνονταν και με τα απομειναρια εκεινων των ημερων της ζωης σου που οσο κι αν προσπαθησεις δεν προκειται ποτε να θυμηθεις ουτε στο ελαχιστο.

Σφαιρικα.
Αυτο το καλοκαιρι, οσο κοιμασαι, παει και ξεχναει λιγη αμμο στο μπαλκονι σου για να μπορεις εσυ να αναρωτηθεις καιρο μετα "μα πώς βρεθηκε η αμμος στο μπαλκονι μου?" και για καποιο ανεξηγητο λογο να αποφασισεις να μην τη σκουπισεις ποτε.
Αυτο το καλοκαιρι ξεφαντωνει τις νυχτες της αστικης απνοιας, εκεινες τις νυχτες που νομιζεις πως δε συμβαινει τιποτα, ενω στην πραγματικοτητα συμβαινει: καλοκαιρι.
Αυτο το καλοκαιρι νυσταζει οταν χαμογελας υπερβολικα πολυ και χωρις λογο για παρα πολλη ωρα, οταν αποφευγεις δηλαδη μια καποια τζουρα θλιψης που ειδες να ερχεται και τρομαξες.
Αυτο το καλοκαιρι δε συμπαθει καθολου
1. τους "κολλητους" σου,
2. το φαστ-φουντ και
3. τον αυνανισμο.
Παντα με τη μικρη επιφυλαξη αυτα τα τρια να ειναι, κατα βαθος, ενα και το αυτο.
Αντιθετως, αγαπαει κρυφα
1. αυτους τους καποιους ξεχασμενους μεσα στα χρονια, που δεν εχουν τιτλο συγκεκριμενο στη ζωη σου και στη σκεψη τους χαμογελας ασυναισθητα,
2. τα φαγητα που κουραστηκες να φτιαξεις μονος σου και στο τελος τα εκαψες και
3. τις ξαπλωμενες στα σεντονια σου σταγονες ιδρωτα απο τους απιθανους κι ατελειωτους ερωτες που ονειρευτηκες.
Παντα με τη μικρη επιφυλαξη κι αυτα τα τρια, κατα βαθος, να ειναι ενα και το αυτο.


ΠΑΥΣΗ.


Γρηγορα και γυρω-γυρω.
Θελω να βαλω φωτια στις μεγαλες κρυες προσδοκιες μου που σιγονταρουν αυτο το γελοιο συναισθηματικο winter style. Να τις κυνηγησω μια - μια, να τις δεσω χειροποδαρα, να τις λουσω με βενζινη και να τις πυρπολησω. Ολα τα υπο το μηδεν, να τα καψει φωτια, να τα λιωσει, να πυρακτωσουν ολοι οι ανθρωποι σ' αυτην την πολη, ν' αρχισουμε να μοιαζουμε ολοι με μικρους ηλιους. Να εκλεγει πρωθυπουργος ο Καυσωνας και υπουργος δημοσιας ταξης ο Αυγουστιατικος Ιδρωτας. Να διοριστουν υπαλληλοι στο δημοσιο το Φιλι Με Γλωσσα και το Λαχανιασμα.

Στροβιλισμα.
Να εχω εν πασει περιπτωση
το γαμημενο δικαιωμα
να κυνηγαω τους ανεμομυλους μου,
με ή χωρις πιστο ακολουθο,
ελπιζοντας πως καπου υπαρχει 
-ακομα και νεκρη-
μια καποια δικια μου Δουλτσινεα.



ΣΙΩΠΗ.



[Ανηκω σε ενα Τιποτα που περπαταει αναποδα με τα χερια στο πατωμα και που φλερταρει με την επικινδυνα γοητευτικη ιδεα της υιοθετησης ενος οντως οντος χαμογελου, καθηλωτικα ειλικρινους. Μια τετοια ιδεα, στις μερες, μπορει να στοιχισει το θανατο, ακομα και σε ενα Τιποτα.]