Sunday, March 17, 2013

[Καστωρ και Πολυδευκης]

Καταγραφη figment νουμερο εικοσι εννια, τιτλος «Καστωρ και Πολυδευκης» [ή αλλιως «Πανδωρα και Πλατων»]




Αυτο που θα αγαπω 
για παντα και μια μερα παραπανω, 
πιο πολυ απο το καθετι, 
χωρις πολλα - πολλα και λογοτεχνικοτητες, 
απροκαλυπτα και τσαμπουκαλικιδα, 
με ηλιο και βροχη, με καυσωνα και χιονι, 
γιατι ετσι γουσταρω και γιατι μπορω:
την αδερφη μου. 



Παμε μαεστρο.

[εδω παταμε για να ακουμε οσο διαβαζουμε]

Την αδερφη μου.
Που πολυ με θυμωνει και πολυ με νοιαζεται και πολυ με κρινει και πολυ με στηριζει και πολυ καλα κανει που ειναι εδω -τοσο διαφορετικη και τοσο αλλη,που φτανουμε να μοιαζουμε.

[κατακτητης]

Γιατι θα εχουμε παντα τα καλοκαιρια μας στη Χιο, μικρες, με τις τσιχλες με αρωμα μαστιχα, τα ωμα αμυγδαλα και τα πτι-μπερ. Θα εχουμε παντα την Αυλωνιά και την Αποθύκα με εκεινη [παντα πιο ψηλη] σκαρφαλωμενη σε καποιο βραχο γιατι ηταν παντα πιο ατακτη και γω στα ρηχα να πιπιλαω βοτσαλα γιατι παντα αγαπουσα τοσο το αλατι.


[πασας]

Κι οταν πια βαριοταν την ηλιοθεραπεια και εκνευριζοταν με εμενα που φοβομουν και δε σκαρφαλωνα εκει στα βραχια μαζι της, κατεβαινε μονο και μονο για να με ενοχλησει,να με τρομαξει και να μου κανει πλακα.


[πατουσακια]

Αυτη.
Που οταν ηταν μικρη και μισοτραγουδουσε μπροστα στη βιντεοκαμερα του πατερα μας, πεισμωνε μαζι μου που επεμενα να τραγουδαω μαζι της και της εκλεβα τη δοξα με τη λιγο καθαροτερη ομιλια μου.
Αυτη και μονο αυτη.
Εις τους αιωνας των αιωνων.
Η Κορινα.





υγ:Κι αν ηταν να 'ναι μια απο τις δυο μας ο Καστορας, ας ημουν εγω, για να μπορουσε εκεινη να αποκτησει την αθανασια του Πολυδευκη.

Friday, August 17, 2012

ΠΕΡΗΦΑΝΟ ΕΘΝΟΣ

Καταγραφη figment, νουμερο εικοσι οκτω, τιτλος "Περηφανο Εθνος" [ή αλλιως "Ερημη Χωρα"]



ΟΙ ΡΙΖΕΣ
Ειναι εξι και πεντε το απογευμα και καθομαι στην αυλη με τη γιαγια μου. 

Η γιαγια μου γεννηθηκε στις 12 Δεκεμβριου του 1926 σε ενα χωριο της Ευβοιας. Ειναι 86 χρονων. Καθε μερα ξυπναει στις επτα το πρωι, σκουπιζει και καθαριζει ολο το σπιτι, πλενει την αυλη, ποτιζει τα λουλουδια,τα αμπελια και το μικρο κηπο με τα λαχανικα της [ντοματες, αγγουρια και πιπεριες κυριως] ταϊζει και καθαριζει τις κοτες της, ετοιμαζει το φαγητο και κανει μπανιο και ολα αυτα, πριν τις δεκα το πρωι που ξυπναμε οι υπολοιποι. Δεν την εχω δει ποτε να μπαινει να λουστει -πλενεται παντα το πρωι. Που εχει ησυχια. Στους δικους της χρονους. 



Το μεσημερι κοιμαται σπανια. Ξαπλωνει αλλα δεν την παιρνει ο υπνος -ξεκουραζει τα ποδια της, οπως λεει η ιδια.
Το απογευμα σηκωνεται και καθαριζει την κουζινα, βαζει πλυντηρια, μανταρει ρουχα, ταϊζει τις γατες της, τη Λουλουδή την 7η και τον Μπίλη τον 8ο, γιατι με τα δυο αυτα ονοματα βαφτιζει τις γατες της εδω και 60 χρονια, ζυμωνει ψωμι και ψηνει τις φημισμενες σε ολο το χωριο "κουλουρες" της ή αλλιως τηγανοψωμα, ετοιμαζει τα υλικα για το φαγητο της επομενης μερας [αυτη τη στιγμη συγκεκριμενα ετοιμαζει τις πιπεριες και τις ντοματες για τα αυριανα γεμιστα] και ενα σωρο αλλα, τα οποια προκυπτουν ξαφνικα ή που θυμαται οτι εχει να κανει [χθες πχ εφτιαξε μαρμελαδα, διορθωσε κατι κουρελουδες, μεταφυτευσε ενα στρατηγο και επλυνε τα αδεια βαρελια του λαδιου].


[σχεδον γεμιστα]

Δεν κοιμαται ποτε πριν τη μια το βραδυ. Οταν στο σπιτι εχει κοσμο [τα παιδια της δηλαδη και τα εγγονια της], καθεται και ακουει τις συζητησεις και μιλαει πολυ σπανια. Οταν δεν εχει κοσμο, θα δει τηλεοραση,μεχρι τη μια περιπου που θα την παρει ο υπνος και την επομενη μερα παλι τα ιδια απ'τις επτα το πρωι.


[ο στρατηγος]

Αυτη η γυναικα, που μπορει στα 86 της και κανει ολα τα παραπανω, δηλωνει πως γερασε, πως δεν εχει πια τις δυναμεις που ειχε παλια. Κι αυτο γιατι, τωρα πια δεν μπορει να κλαδευει μονη της τ' αμπελια και να τιναζει και να μαζευει τις ελιες. 

Εκτος απο καποια χρονια που ηρθε στην Αθηνα -την περιοδο που σπουδαζαν ο πατερας μου κι η αδερφη του- η γιαγια μου εχει ζησει ολη της τη ζωη στο χωριο. Ο κοσμος της φτανει μεχρι την Ιστιαια και τους Ωρεους. Δεν ξερει να διαβαζει ουτε να γραφει. Το προσωπο της ειναι γεματο ρυτιδες και καθε φορα που την κοιταζω, μου φαινεται αδιανοητο το ποσο τρομακτικα ομορφη εχει υπαρξει στα νιατα της.


[τοσο ομορφη]

Ειναι τοσο μικροκαμωμενη και ησυχη που καμια φορα που την κοιταζω μου ερχεται να βαλω τα κλαμματα απ'την εκπληξη και το θαυμασμο.
Εχει μονιμως ενα καταπονημενο βλεμμα παιδικης αποριας στα ματια της και καθε ιστορια που θα πει, θα την πει με εναν -κουρασμενο βεβαια πια- ενθουσιασμο, σαν αυτον που εχουν τα παιδια οταν αφηγουνται στους μεγαλους τα κατορθωματα τους.


[ξεχορταριαζοντας]

Τη γιαγια μου την εχω ακουσει να μιλαει ασχημα μονο για οποιον εχει κανει κακο στην ιδια ή σε δικο της ανθρωπο. Δε λεει κακο λογο για κανενα κι αν της πουν κατι για καποιον, κανει πως δεν τ'ακουσε ή πως δεν καταλαβε.

ΕΡΗΜΗ ΧΩΡΑ
Στο λεωφορειο για το χωριο, μου επιασε την κουβεντα αυτος που καθοταν στο διπλανο καθισμα. Το λενε Ηλια και κατεβαινε στην Ευβοια για να δει τους γονεις του και τον αδερφο του. Η γυναικα του με τη μικρη τους κορη ειναι στη Χιο, μου ειπε, στο χωριο της γυναικας του για ολο το καλοκαιρι. Εκεινος δεν μπορουσε να παει, επρεπε να μεινει πισω να δουλεψει. Αλλα τουλαχιστον μια φορα το μηνα παιρνει το λεωφορειο και επισκεπτεται τους γονεις του στο χωριο.
Ο Ηλιας ειναι μηχανικος αυτοκινητων. Κανει αυτη τη δουλεια απ'το 1991. Εχει παει μονο δημοτικο και μεχρι προτινως δεν ηξερε ουτε να διαβαζει.Δουλεψε λιγα χρονια οικοδομη και μετα επιασε δουλεια, σα βοηθος ενος μηχανικου αυτοκινητων κι εκει εμαθε τη δουλεια. Οταν ο μηχανικος πεθανε, του αφησε το συνεργειο. Να διαβαζει τον εμαθε η γυναικα του.


Με τον Ηλια δε μιλησαμε πολυ για το τι κανουμε και ποιοι ειμαστε. Η κουβεντα μας αλλαξε θεματικη πολυ γρηγορα, οταν καποια στιγμη θελησε να μου διαβασει ενα αποσπασμα απο το περιοδικο που διαβαζε. Επειτα με ρωτησε "πιστευεις στο Θεο;"
Χαμογελασα και πολυ ευγενικα του απαντησα "η αληθεια ειναι πως οχι, δεν πιστευω στο Θεο".
Ανοιξε τα ματια του διαπλατα, χαμογελασε και εκεινος και μου ειπε "Μπραβο σου που εισαι τοσο ειλικρινης με τοσο ευγενικο τροπο".
Περασαμε ενα διωρο μιλωντας για το τι ειναι αληθεια, δικαιοσυνη, ευγενεια, καλοσυνη. Βασικα, δε μιλουσαμε, εκεινος μιλουσε κι εγω τον ακουγα.
Δεν ηταν το τι ελεγε -καμια σχεση- αλλα το πώς το ελεγε.
Ειχα εντυπωσιαστει απ'το πλουσιο λεξιλογιο του. Χρησιμοποιουσε λεξεις, των οποιων ο μεσος Ελληνας αγνοει οχι μονο την εννοια αλλα και την υπαρξη τους. Λεξεις ομορφες, ευηχες, ολες αψογα τοποθετημενες σε μια τελεια συνταξη. 
Δεν μπορουσα να μη σκεφτομαι συνεχως οτι αυτος ο ανθρωπος εμαθε να διαβαζει απ' τη γυναικα του κι ολες αυτες οι λεξεις που ειχε μαθει να χρησιμοποιει αψογα,μεχρι και πριν δεκα χρονια του ηταν παντελως αγνωστες. 

[οι ελιες της γιαγιας]

Ο Ηλιας καταγεται απο την Αλβανια και θρησκευτικα ανηκει στους μαρτυρες του Ιεχωβα. Ηρθε στην Ελλαδα το 1991, την περιοδο δηλαδη που ο σημερινος πρωθυπουργος που τον περιθωριοποιει ετσιθελικα, ανοιξε τα συνορα της χωρας. Ο Ηλιας ειναι καθολα νομιμος, παντρεμενος με Ελληνιδα και παρ'ολ'αυτα εδω και ενα χρονο τον εχουν σταματησει τουλαχιστον εξι φορες στο δρομο και τον εχουν παει στο τμημα για εξακριβωση στοιχειων. Δυο φορες -η μια προσφατα- κινδυνευσε να μην του ανανεωσουν τα χαρτια του.

ΠΕΡΗΦΑΝΟ ΕΘΝΟΣ
Ξερω πως πολλα μπορουν να ειπωθουν για την ελληνικη βλαχια, τη μαστιγα της μεταναστευσης και τις επικινδυνες θρησκευτικες αιρεσεις. 
Αλλα,ειλικρινα σας το λεω, χεστηκα.
Η γιαγια μου τους αλλοδαπους εργατες που τη βοηθουν στον τρυγο, τους κοιμιζει τα μεσημερια στο σπιτι της και τους ταϊζει και ποτε κανεις τους δεν την πειραξε. Ο Ηλιας μου ειπε πως ο καθενας μπορει να του κανει οσο κακο θελει,να του φερθει με οση αδικια νομιζει -αυτος δεν προκειται ποτε να ανταποδωσει. Γιατι ειναι σιγουρος πως καποια στιγμη -ή ακομα και σε καποια αλλη ζωη- τα πραγματα θα μπουν στη θεση τους. Ναι, ξερω, θρησκοληψιες, το οπιο των μαζων και τα τοιαυτα. 
Αλλα, ειλικρινα σας το λεω, χεστηκα. 
Γιατι το δια ταυτα ειναι οτι αυτος ο ανθρωπος -οπως και η γιαγια μου- δεν εχει κανει και δε σκοπευει να κανει κακο σε κανεναν, σ'αυτη τη ζωη. Και αυτο ειναι στην τελικη το ζητουμενο.

"Δεν εχει σημασια σε τι Θεο πιστευεις,Ηλεκτρα. Εγω που δεν υπηρξα ποτε προνομιουχος, που δε διαβασα φιλοσοφια, που δεν ταξιδεψα, ο Θεος ειναι το μεσο για να εξοικειωθω με τα καλα αισθηματα μου. Δεν πιστευω για να σωσω την ψυχη μου, πιστευω για να μπορω να μην κανω κακο. Για να σκεφτομαι πριν πραξω. Ο καθενας μας διαλεγει το δικο του τροπο για να ενθαρρυνει τον εαυτο του να γινει καλυτερος".
Αυτη ειναι σχεδον αυτολεξει μια φραση του Ηλια. Ναι. Μιλουσε με τετοιες λεξεις ο Αλβανος. Ο Ιεχωβας. Ο αμορφωτος.

"Ηλεκτρακι μ' και τωρα να πεθανω,δε με νοιαζ' ντιπ. Νυχτωνουμ' κι δεν ξερουμ' αν θα ξημερωσουμ'.Ξημερωνουμ' κι δεν ξερουμ' αν θα νυχτωσουμ'. Μον' η αγαπ' μεν'. Γι'αυτο σ' λεω, δε με νοιαζ' ντιπ. Εχ' το κιφαλι μ' ησ'χο".

Ετσι μου ειπε η γιαγια μου πριν λιγο. Κι οπως και στα προηγουμενα λογια του Ηλια, ετσι και σε αυτα, εγω δεν ηξερα τι να απαντησω.


Διαλεγουμε να μισησουμε φυλες,ρατσες,φυλα,επαγγελματα απο φοβο. Απο φοβο οτι δεν επαρκουμε στον εαυτο μας. Ο ρατσιστης ο ανθρωπος, ο ξενοφοβικος, ο ομοφοβικος, με τον εαυτο του τα εχει. Κι επειδη δεν αντεχει να προσπαθησει για να γινει καλυτερος, προσπαθει να κανει τους αλλους χειροτερους.

Οχι.Δεν ειμαι περηφανη που ειμαι Ελληνιδα. Μπορουμε να χαθουμε στα βαθη της ιστοριας της ανθρωποτητας. Ο συγχρονος Ελληνας δε θα λειψει σε κανεναν. Και για τις αρχαιες ριζες μας, μην ανησυχειτε.  Τις σεβονται τοσο πολυ οι ξενοι, που θα φροντισουν εκεινοι για να μη χαθουν μαζι με εμας.
Ειμαι περηφανη για τη γιαγια μου. Που μεχρι σημερα στεκεται στα δυο της ποδια και δε θελει να γινεται βαρος σε κανεναν. Που οταν χρειαζεται καποιος τη βοηθεια της, θα του τη δωσει χωρις δευτερη σκεψη. Που εχει ζησει ολη της τη ζωη σ' ενα χωριο και δεν εχει πειραξει ουτε μυρμηγκι.
Ειμαι περηφανη για τον Ηλια. Που εμαθε εξαιρετικα ελληνικα μεσα σε δεκα χρονια, ενω δεν ηξερε καλα-καλα αλβανικα. Που ανηκει σε μια, το λιγοτερο, ποδηγετικη θρησκεια και εκεινος πισω απο τις γραφες της διαβαζει μονο τη λεξη "αγαπη". 

Τους δολοφονους των νεκρων Πακιστανων στους καδους των σκουπιδιων, 
τις βιασμενες ανηλικες της Αμαρυνθου, 
τους νταηδες της ελληνικης αστυνομιας, 
τους βολεμενους δημοσιους υπαλληλους, 
τους χομο σαπιενς ψηφοφορους και εκλεγεντες της Χρυσης Αυγης, τους μακιαβελικους μεσοαστους σοσιαλιστες, 
τους ημιμαθεις Μεγαλεξανδρους της φιλελευθερης δεξιας, 
τα κνοδαλα των παραστατικων τεχνων και τις απροσαρμοστες πνευματικες και πολιτιστικες διανοιες της χωρας που λενε το κοντο τους και το μακρυ τους λες και ολοι αποτελουν αξιους απογονους του Ευρυπιδη, 

τους φτυνω καταμουτρα και τους βεβαιωνω οτι η ιστορια θα τους θυμαται γι'αυτο ακριβως που υπηρξαν.


Sunday, May 20, 2012

[Let's just go outside and walk in the rain]



those prettypurpleladies




Καταγραφη figment νουμερο εικοσι εξι, τιτλος "Don't threaten me with love baby" [ή αλλιως "Let's just go outside and walk in the rain"]




Τωρα που τελειωσαν οι βροχες και θα μας κανει ο ηλιος ο,τι θελει.
Τωρα που τα μαυρα μου φανταζουν τοσο φωτεινα μετα απο καιρο.
Τωρα που τα πιο μεγαλα ταξιδια τα κανω σε 2 τετραγωνικα σεντονια και λιγα εκατοστα δερμα.
Τωρα νομιζω οτι ειναι η καταλληλη στιγμη να μαθετε μια αληθεια:




Φημες λενε οτι

reblogged by a_ki(n)d_of_lsd







Γι'αυτο και μεχρι τοτε,

“When the only sound in the empty street,
Is the heavy tread of the heavy feet
That belong to a lonesome cop
I open shop.
When the moon so long has been gazing down
On the wayward ways of this wayward town.
That her smile becomes a smirk,
I go to work.”










ουτε βροχες με τρομαζουν ουτε καλοκαιρινα φαντασματα ουτε φθινοπωρινες πληγες. Εχω την ανοιξη μου εγω.





my urbanstrawberryfields


εχω εσενα εγω.
κι αν του βασταει, ας ξαναβρεξει.
we 'll just go outside and walk in the rain.




υγ: καπου εδω να σας πω, οτι θα αγαπησετε αυτο το tumblr: a ki(n)d of lsd.Cause we don't do drugs.We are drugs.

Wednesday, December 07, 2011

[Εγω Γλυτωσα]

Καταγραφη figment, νουμερο εικοσι τρια, τιτλος "Εγω Γλυτωσα" [ή αλλιως "Παλι"]
      
                  [μουσικη    και    παμε]
                 [κι αν τελειωσει, ξαναπαταμε]

Ερχονται κι αυτες οι μερες ρε παιδι μου που θες τοσο πολυ να γινεις ο αλλος.
Οχι αυτος ο αλλος, οχι αυτος που σου εχει απαλλοτριωσει την καρδια, οχι ο ερωτας, δε λεω αυτον.
Λεω αυτον τον αλλο, το μεγαλο, τον τυπου ινδαλμα, που με το εργο του και τη ζωη του, σου εχει κρατησει μια καποια συντροφια στις δυσκολες στιγμες.
Καθενας μας εχει εναν τετοιον αλλο. Ο οποιος να διευκρινησω πως δεν ανηκει στην κατηγορια των ασυζητητι τιτανομεγιστων διανοουμενων της ιστοριας, δεν ειναι ας πουμε ο Ντοστογιεφσκι, ο Μαρκες, ο Καμυ και οι λοιποι.
Ανηκει σ' αυτους τους αλλους,τους και του αλωνιου και του σαλονιου, τους καλοσπουδαγμενους απογονους με την εμμονη στην καψουρα, τους λουμπεν sui generis.



Εγω, λοιπον, αυτο το παθαινω με τη Μαλβινα Καραλη.
Κατι που ειμαι σε ενα συναισθηματικο μεταιχμιο αυτον τον καιρο, κατι που μου τη θυμισαν τις προαλλες και δυο φιλοι, ε και δεν κρατηθηκα: ξανακυλησα.Την ξαναδιαβασα και την ξαναδιαβασα, την τιμησα και στο γιουτουμπ...
Οποτε περναω αυτο το συναισθηματικο σταδιο, κατα το οποιο εχεις ξεπερασει τις ελπιδες σου για τη δημιουργια καποιου βαθυστοχαστου αριστουργηματος με θεμα "τι ειναι ο ανθρωπος,τι ειναι ο ερωτας", που εχεις ξερασει απο μεσα σου και τα τελευταια υπολειμματα αυτης της ματαιοδοξης ελπιδας και θες να το γλεντησεις τον καημο σου, εγω τοτε σκεφτομαι την Καραλη. Απο τοτε που θυμαμαι τον εαυτο μου, απο τοτε ακομα που ημουν συναισθηματικα -κυριως- ανηλικη με θυμαμαι να τη σκεφτομαι.

Παντα με εντυπωσιαζε το χουι της να φτιαχνει δικες της λεξεις. Να κοροϊδευει την αθηναϊκη διανοια και την ντεμεκ δυσκολη γλωσσσα που χρησιμοποιει, με γλωσσολογικα οξυμωρα. Να δοκιμαζει τις αντοχες εαυτου και αλληλων, τοποθετωντας διπλα σε "σημαντικες" λεξεις τα αυτοσχεδια ή και οχι καλιαρντα της.
Και ολη αυτη η θρησκευτικη αφοσιωση και η αυτιστικη πιστη που και η ιδια ομολογουσε οτι ειχε στον ερωτα...Ανατριχιλα.
Εχω την αισθηση οτι η Καραλη ανηκε σ' αυτη την ολιγαριθμη κατηγορια ανθρωπων, στο προσωπο των οποιων καθετι καθισταται τρισδιαστατο.Λεξεις και αντικειμενα με γνωστη και καθημερινη χρηση, διπλα σε τετοιυς ανθρωπους, επιβεβαιωνονται.
Δεν ξερω αν μπορω να το εξηγησω ακριβως, προκειται για μια αισθηση κυριως.Ειναι πχ σα να λες "περασε η Ταδε και μου ζητησε τσιγαρο" κι ολοι να καταλαβαινουν τι εννοεις, αλλα αν πεις "περασε η Καραλη και κρατουσε ενα τσιγαρο", οχι μονο καταλαβαινουν, αλλα βλεπουν και το τσιγαρο..
Μπορει και να υπερβαλλω, ποιος ξερει.

Ερχονται, λοιπον, αυτες οι μερες που θες τοσο πολυ να γινεις ο αλλος. Δηλαδη οχι ακριβως να γινεις, αλλα που νιωθεις αυτη τη διακριτικη συγγενεια στις λεπτομερειες. Που ανακουφιζεσαι μ'αυτη τη γλυκια διαψευση της μοναδικοτητας σου.
Αυτες οι μερες εμενα με ξεκολλανε απο τη λασπη. Ως εκει. Με ξεκολλανε απο τη λασπη. Δε με ξεπλενουν κι απ'αυτην -ασφαλως και οχι, μαλλον το αντιθετο: με συμφιλιωνουν με εκεινη. Με τη λασπη μου, με τη δικια μου την καταδικια μου λασπη, με τα παραπονα μου και τα προβληματα μου, με τις δυσκολιες μου και με τις ευχες μου, με τις καλες και -κυριως- τις κακες συνηθειες μου, με την κασκαντερικη σταση μου στον ερωτα, με την ντραμα κουιν που -νομιζω ή που οντως- κρυβω μεσα μου,με το τρας που ντρεπομαι να παραδεχτω πως μου κανει παρεα απο καιρου εις καιρο, με το αυταποδεικτο του "εγω ειμαι" και τη ματαιοτητα του να το αποδειξω, με τα γαμοσταυρα και τα καλογουστα μου, με αυτα που εν ολιγοις ειτε καλοκρυβω ειτε καταπινω, διακινδευοντας να τα μετατρεψω στον καρκινο μου.

Κι ετσι καταφερνω να με δω απο αποσταση, να με γραψω λιγο εκει που δεν πιανει μελανι και να με σουλουπωσω, να με συμμαζεψω καπως για να μπορω να εξακολουθησω κι αμα λαχει να γινω και καλυτερη. Ή και χειροτερη, που ειναι μαλλον και πιο δυσκολο και πιο γοητευτικο.
Αλλα πρωτα και πανω απ' ολα, για να μπορω να ειμαι ετοιμη για οταν θα ερθει ο επομενος, ο μεγαλος ο ατελειωτος ο ολοκληρωτικα δικος μου για οσο αντεξει ερωτας. Παντα με την αγωνια στο ματι μηπως ο προηγουμενος ηταν αυτος ο ενας ο σωστος και γω τα σκατωσα και τοτε "πενθος αμετακλητο μετα"..

Καληνυχτα.


Πάλι

της Μαλβίνας Κάραλη

      Χάραμα στο κρεβάτι – πρώτο τσιγάρο της μέρας. Δολιχοκέφαλος αρκούδος στα παπλώματα. Τυπικός καλοπροαίρετος, τις νύχτες γίνεται βιολί. Αφού το κεφάλι του ανάμεσα στον ώμο μου και το μάγουλο, άρα βιολί. Παίζω πάλι. (Για πόσο.) Πρωινό του Σαββάτου με τους Αιγύπτιους και τους Πακιστανούς της Σοφοκλέους. Περπατάω στην κάτω πόλη με τον Σ., τον Α., την Α. Ιρακινοί φίλοι υποδέχονται τους νεοφερμένους με χαμόγελα. Κερνάνε νεράκι εμφιαλωμένο. Καφέ με κάρδαμο. Η Γάντα, η νεαρή Αιγύπτια φίλη μου, με βάζει για δέκατη φορά να της ξαναγράψω το τηλέφωνό μου. Αγοράζω κασέτες και αιγυπτιακή λεμονίτα. «Αγκάπη μου, λατρεύεις Αίγκυπτο, έτσι δεν είναι;» Ανατολή. Μέση οδός δεν υπάρχει. Ή λατρεύεις ή απεχθάνεσαι. Η Α. χώνεται στους Κινέζους και αγοράζει φόρεμα με το μοναδικό της χαρτονόμισμα. «Λεφτά για μεσημεριανό φαγητό ή φουστάνι;» ρωτάει. Φουστάνι, φυσικά. Έκπαγλο λουσάτο κουρέλι. «Σίγουρα Σότρις, αγάπη μου», θα της λένε τα βράδια στο Ζάζα’ς, τα ψώνια με τα κραυγαλέα, τα υπερτιμημένα κουρέλια τους.
 Επιστρέφω απόγευμα στο κρεβάτι, ανοίγω το τελευταίο βιβλίο του Χανίφ Κιουρέισι. Μεσάνυχτα όλη μέρα. Εξ αφορμής μιας πρότασης στο οπισθόφυλλο το πήρα. «Είμαστε αλάθητοι», λέει, «στην επιλογή του εραστή μας, ιδιαίτερα όταν αξιώνουμε το λάθος πρόσωπο. Υπάρχει ένα ένστικτο, μαγνήτης ή αερικό, που γυρεύει το αταίριαστο». Εσύ, πάλι, λες πως με κάτι τέτοιο εκνευρίζεσαι. Πως οι άνθρωποι με αντίστοιχες απόψεις είναι για σφαλιάρες. Θυμώνω. Καλά κάνω και θυμώνω. Δίκιο έχεις. Εδώ και χρόνια πια το ξέρω. Με την άρρωστη κεκτημένη του Μπατάιγ πόσο θα πας; Μια δυο φορές στη ζωή σου. Εγώ τις πήγα, τέλειωσα. Όξω απ΄ την παράγκα οι αταίριαστοι. να τους αγαπάμε. Να τους θυμόμαστε με τρυφερότητα. Τους χρησιμοποιήσαμε. Το πληρώσαμε, πρώτοι εμείς. Γιατί ο λάθος άλλος στην ουσία δεν φταίει. Δεν σου κρύφτηκε. Εκεί που εσύ αναγνώρισες το αταίριαστο, αυτός κατά πάσα πιθανότητα είδε το ταιριαστό. Και δεν φταίει αυτός. Του το έπαιξες καλά. Όποιος αναγνωρίζει εξαρχής το λάθος πρόσωπο και όμως τσαλαβουτάει – αυτός φταίει. Το βλέπεις, βλάκα μου, το λάθος. Και το αποσιωπάς. Γιατί το έχεις ανάγκη. Και το αξιώνεις μόνο σε μια περίπτωση το λάθος πρόσωπο: για να το απαξιώσεις σύντομα. Για να μη δεσμευτείς. Για να μείνεις μόνος. Για να νιώσεις ανώτερος από τον εσφαλμένο. Γιατί από το λάθος πρόσωπο έχεις πάντα τη δυνατότητα να το σκάσεις με όσο το δυνατόν λιγότερη οδύνη. Με απώλειες μηδαμινές. Επιλέγω «ανάξιο εραστή» σημαίνει επίσης: αναβάλλω τον έρωτα, αλλά συγχρόνως δεν κλείνω την πόρτα στην ελπίδα θα φύγει ο πρόσκαιρος και λίγος, και κάποια μέρα θα έρθει ο ανάξιος. Αλλά όχι ακόμα. Δεν είναι η ώρα μου. Τώρα φοβάμαι οτιδήποτε μπορεί να πάρει μορφή αμετάκλητου. Την ισόβια συνύπαρξη, ιδίως.
 «Επιλέγεις λάθος άνθρωπο, δηλαδή, για να το σκάσεις πιο εύκολα; Και τότε πώς εξηγείται το γεγονός πως καμιά φορά κολλάς στο λάθος πρόσωπο εκατό χρόνια;», ρωτάει η μεταμεσονύκτια φίλη. «Κατά τη γνώμη μου, μείνεις, φύγεις, το ίδιο κάνει», λέω. «Πάλι κολλάς, για να γλιτώσεις από μια ουσιαστική δέσμευση. Η λάθος επιλογή σού διασφαλίζει κατά κανόνα ανεξαρτησία. Σε ασφαλίζει από τον πόνο τού να βρεθείς ακάλυπτος, εκτεθειμένος μπροστά στον όμοιό σου. Γιατί, αν με τον όμοιό σου τύχει στραβή, τότε δεν γιατρεύεσαι. Πένθος αμετάκλητο μετά». Νύχτα, δυόμισι χρόνια πριν. Τρέχαμε με ένα φίλο στο Μούλτι Κούλτι  – στο δρόμο απορούσε: «Μα πώς έγινε και πήγα και ερωτεύτηκα αυτό το πράγμα; Η προηγούμενη αγάπη μου διάβαζε στίχους της Σύλβια Πλαθ. Ίδια τραγούδια, ίδια κουλτούρα. Ήθελα να θέλω. Και όμως, δεν με μάγευε παρά μόνο το ασπόνδυλο. Το ριζικά ακαλλιέργητο πλάσμα. Λες πως θα μου περάσει; Αηδιάζω με τον εαυτό μου έτσι που έμπλεξα. Άλλωστε, ξέρεις πως αυτά τα παθιασμένα τα κοροϊδεύω».
 Όχι, χαρά μου, δεν θα σου περάσει, σκεφτόμουν. Απλώς εκεί που κόβεσαι πως δεν θα μπορείς χωρίς την άξεστη αγάπη σου, πολύ σύντομα θα βρεις αφορμή και θα φύγεις. Και θα πεις πως δεν πήγαινε άλλο. Που πάντα πάει, άμα θες. Μετά, τα υπόλοιπα θα τα αναλάβει το πάθος της συντήρησης, θα μοιάσεις τότε ακόμα περισσότερο στους ήρωες που σιχαίνεσαι. Σε κάθε συνάντησή σου με ίσο σου άνθρωπο θα βάζεις μπροστά σαν πανοπλία το άξεστο πλάσμα. Ο λίγος ίσκιος σου θα σε θωρακίζει από την οδυνηρή συνάφεια με τον παρεμφερή σου. Κανονικά πρέπει να χρωστάς ευγνωμοσύνη γι΄ αυτό στην άξεστη αγάπη σου. «Σε ευχαριστώ, ακαλλιέργητο πλάσμα, που η επινοημένη μου εμμονή για σένα με προστάτεψε. Δεν πήγα να καώ με την καλή περίπτωση. Να χάσω την ανεξαρτησία μου. Τη μαγκιά μου. Να γίνω κουρέλι». Αν δεν υπήρχε το φάντασμα του άξεστου ανθρώπου, θα αναγκαζόσουν κάποια στιγμή να ζήσεις κι εσύ με έναν όμοιό σου το οδυνηρό πράγμα που λέγεται ζευγάρι, θα αναγκαζόσουν να είσαι τρυφερός, να αγαπήσεις στ΄ αλήθεια.
 Έκλεισα το βιβλίο του Κιουρέισι – δεν είχα και πολύ κέφι για διάβασμα. Την ώρα που ντυνόμουν για να βγω, θυμήθηκα τον Κ. Άνθρωπος της νύχτας. Παρουσιαστικό τρομαχτικό. Ένας Βίκινγκ με μυαλό πεντάχρονου. Με συμπαθούσε. «Όταν ήμουν νέος», μου εξομολογήθηκε μια νύχτα, «σαν να με μούντζωσε ο Θεός και πήγα κι ερωτεύτηκα. ‘Ηταν μια καριόλα, δεν βάζει με το νου σου. Παίρνω το αεροπλάνο και ανεβαίνω Θεσσαλονίκη να τη δω. Τρελαμένος, θέλω να της πω πόσο ερωτευμένος είμαι, θέλω να πεθάνω μαζί της. Κατεβαίνω παράλυτος. Χέρια, πόδια, δεν μπορώ να τα μανουβράρω. Τη βλέπω να με περιμένει στο αεροδρόμιο. Την κοιτάζω. Και ύστερα την πλακώνω στο ξύλο. Ξύλο πολύ, δεν βάζεις με το νου σου. Την τσάκισα. Πήρα το επόμενο αεροπλάνο και γύρισα. Αυτή ποτέ δεν κατάλαβε γιατί. Ακόμα την αγαπάω την πουτάνα. Ξύλο πολύ, δεν βάζεις με το νου σου…»
 Μεθεόρτια γενεθλίων στο γαλλικό. Αγάπη πολλή, δεν βάζεις με το νου σου. Σε τσάκισα.
                       
 [Μαλβίνα Κάραλη : Σαββατογεννημένη, εκδόσεις 01Κείμενα, 2005, σελίδες 153-157]

Monday, December 05, 2011

[Au revoir, 'συ μονο]

Καταγραφη figment, νουμερο εικοσιδυο, μερος δευτερο,
τιτλος "Au revoir, 'συ μονο"
[ή αλλιως "Οπτικοακουστικες Απουσιες"]


I'm on the edge
Of not wanting to feel this way anymore
 

Οχι, δεν το περιμενες. Θα το βγαλω απο μεσα μου, ελεγες, κι ολα καλα μετα. Τοσο που εχω κλαψει, ελεγες, θα σβησαν τα δακρυα τη φωτια. Το ξερω, ελεγες, δεν ειμαι θλιμμενη πια. Ελεγες. Ελεγες αλλα δεν ακουγες. Δε σε ακουγες. Και τι ν' ακουσεις δηλαδη; Τα ιδια και τα ιδια παλι; Τις σιωπες; Γιατι η αληθεια ειναι πως μπορει να θελεις να ξεχασεις, αλλα αυτο δε σημαινει οτι εισαι κι ετοιμη γι' αυτο. Γιατι η αληθεια ειναι πως αν ηθελες να κανεις εστω κι ενα πραγμα σωστο ολους αυτους τους μηνες, θα μαθαινες τουλαχιστον ιππασια. Για να μπορεις να καβαλας ολα αυτα τα "γιατι" που καλπαζουν μες στο δωματιο και να κοβεις βολτες μεσα στα 130 ευαερα και ευηλια τετραγωνικα μετρα της θλιψης σου.


Με τα πολλα, πειστηκες αν μη τι αλλο οτι και η λυπη εχει δικαιωμα στην κοινωνικοποιηση και βγηκες απ'το σπιτι. Για την ακριβεια, δε βγηκες απλως -μεχρι και χωρα αλλαξες για λιγο για να αλλαξεις παραστασεις, να ξεχαστεις. Τι παραμυθα αυτο το να ξεχαστεις. Να ξεχαστεις, αλλα οχι να ξεχασεις. Να ξεχαστεις, δηλαδη να ΣΕ ξεχασεις κι ας θυμασαι ολα τα αλλα. Ναι αλλα δεν κανουμε ετσι δουλεια. Γιατι δηλαδη να ξεχασεις εσενα, αλλα ολα τα υπολοιπα να τα κρατησεις με ευλαβεια στη συντηρηση; Για οταν θα ξαναγεννηθουν; Τυπου να κρατανε παρεα στο Γουωλτ Ντισνεϋ μεχρι νεοτερας; Παιδικοτητες.

"We have the choice to breathe and it's gonna be me" 

Βεβαια, αν ειναι να επιβιωσεις θα επιβιωσεις. Κι ετσι κι εγινε. Πηρες βεβαια κι ολες τις απαραιτητες αποστασεις ασφαλειας για να μειωσεις τον κινδυνο και τον πονο, βγηκες στους δρομους κι ειπες να το παιξεις οτι ζεις. Και καπως ετσι, χαζευοντας με τα φωτακια, τα φλυτζανακια, τις φιλικες φλυαριες, τα ονειρα που διακοπηκαν αποτομα, τα σχεδια για επαγγελματικη επιτυχια, τις παρελθουσες καταχρησεις και με το εξαιρετικα διακριτικα ερχομενο φθινοπωρο, επεσες πανω σε ενα καποιο φως. Μικροκαμωμενο και αχνο, αλλα φως. Που χαμογελαει με τα αστεια σου, που γκρινιαζει οπως ολοι οι φυσιολογικοι ανθρωποι για καθημερινα μικροπροβληματα, που σε ακουει με ευλαβεια και πραγματικο ενδιαφερον, που νιωθει πως ο χρονος που περναει μαζι σου, κατι του μαθαινει, που δε θυμιζει τιποτα απο τον επωδυνο, μεγαλων κυβικων, παθιασμενο πονο σου. Και ειπες "ωραια, τωρα αναπνευσε".
 

Χαμογελο. Τι παρεξηγημενη λεξη. Λεγεται χαμογελο γιατι γελα στο χαμο και τον κοροϊδευει. Γιατι δε σου ζηταει να ξεχασεις, αλλα να σου δωσεις μια δευτερη ευκαιρια. Κακα τα ψεματα, δεν μπορουσες, δε σκοπευες και δεν ηλπιζες να ξαναερωτευτεις. Να ηρεμησεις ηθελες. Με εναν καποιο που θα ειναι -για οσο- μοναχα δικος σου. Που θα γουσταρει αραια και πού να κοιμάται σπιτι σου. Που δε γουσταρει να σε πηδαει στα ορθια. Που εν πασει περιπτωση, δε θα σου πει το επομενο πρωι κανενα από τα εξης δυο γελοια τσιτατα: "ειχαμε πιει" ή "τα πραγματα δεν ειναι τοσο απλα κι η αληθεια ειναι οτι δεν ξερω τι θελω". Σορρυ, αυτα ειναι τρια τσιτατα. Οχι, δεν κυνηγουσες το μεγαλο ερωτα. Μια αμφιδρομη ειλικρινη συναναστροφη ηθελες -εστω και μετριοπαθη. Και πετυχε.


With a vengeance and a sense of belonging
to a long-coming victory 

Πετυχε στο βαθμο που αντεχες εσυ. Ειπες, κομμενα τα επικινδυνα, τα δυνατα αισθηματα, κομμενες οι ελπιδες και οι πολλες συζητησεις, αγαπητο μου ημερολογιο σημερα η συνεργασια μας ληγει, θα γεμισω την τελευταια σου σελιδα μ' ολα τα "σε θελω" και τα "για σενα καιγομαι" που δεν καταφερα να πω και θα προχωρησω. Χωρις σημειωσεις και οδηγιες χρησεως. Χωρις υστερογραφα και ανορθογραφες επιθυμιες. Δε θα γυρισει γι' αυτο και γω δεν εχω λογο να μενω στο ιδιο μερος φρεναρισμενη. Το ξερεις οτι αυτο ειναι το πιο δυσκολο κομματι της διαδικασιας: να μαθεις να μην ελπιζεις. Να μαθεις να ζεις και χωρις.

Δυσκολευτηκες αλλα εμαθες. Εμαθες τοσα καλα να μην ταραζεσαι καθε φορα που σου ερχεται μηνυμα πιστευοντας ηλιθιωδως εστω και για ενα κλα(σ)μα του δευτερολεπτου οτι θα ειναι ο Ξερεις-Ποιος, να μην ελπιζεις στα οποια σηματα καπνου, να μη μιλας γι' αυτο. Γι' αυτο που σε σημαδεψε. Κυριολεκτικα. Γιατι για σενα, ηταν ομορφα. Αλλα δεν ηταν για σενα. Εμαθες. Με πολλη προσπαθεια, αλλα εμαθες. Και κοντα στα σαραντα του συγχωρεμενου ερωτα, χτυπαει το κινητο. Σε πηρε η ζωη σου εξαγριωμενη να σου πει "ο,τι εμαθες, ξεχασε το." Μπουμ. Αντε τωρα να ξεθαβουμε νεκρους.


I found a letter that describes how the moonlight will lead me to the distant place that you will be
Η ερωτηση ειναι γιατι; Τι θες κι ανακατευεσαι με τις σταχτες; Επειδη εκανε προκοπη η Σταχτοπουτα, νομιζεις οτι θα συμβει και σε σενα; Ερχομαι, λοιπον, εγω, ο παραμελημενος εαυτος σου που εχει ανεχτει τα πανδεινα ολο αυτο το διαστημα και σε ρωτω: σε τι ελπιζεις και γιατι; Και θα σε παρακαλουσα να εισαι ειλικρινης.
-Τιποτα.
-Τιποτα; Πώς τιποτα;
-Τιποτα οπως τιποτα. Δεν ελπιζω τιποτα. Ετσι μ' αρεσει. Λατρευω το ακατορθωτο. Πες οτι αποφασισα να κατσω να μετρησω ολα τα αστερια, μονο και μονο απο ενα καπριτσιο να ξερω ποσα ειναι.


Αληθεια. Δεν περιμενω κατι. Αλλα μιας και τα ονειρα επεστρεψαν με την ιδια σφοδροτητα και μιας και -ετσι νομιζω τουλαχιστον- αντεχω ακομα, ετσι θα γινει. Οκ, ξεχαστηκα. Αλλα δεν ξεχασα. Κι αφου δε σε ξεχασα, θα το πιασω απ' την αρχη, θα μου πιω το αιμα, να δω ποσο αντεχω, να δω αν αξιζω τον κοπο. Εσβησα το μικρο φως, να μην το ξοδευω κι αδικα. Κι αρκουμαι σε μερικα αθωα παιχνιδια με σπιρτα ασφαλειας.


Don't ask
Know that it's understood
There's not enough of me


Ναι ξερω. Δεν εχει νοημα. Αλλα εγω ποτε δεν μπορουσα να κανω αλλιως. Το ακατορθωτο αποτελουσε παντα τον πιο σαγηνευικο προορισμο. Και δεν ειμαι και σιγουρη οτι εχει σημασια το τι μπορει να σου προσφερει ο αλλος. Σημασια εχει τι σου προσφερει αυτο που νιωθεις εσυ. Μια ιστορια αναμεσα σε δυο ανθρωπους συμβαινει με τεσσερις τροπους ταυτοχρονα. 


Τροπος πρωτος: η ιστορια συμβαινει οπως τη βιωσες εσυ.
Τροπος δευτερος: η ιστορια συμβαινει οπως τη βιωσε ο αλλος.
Τροπος τριτος: η ιστορια συμβαινει οπως τη βιωσατε κι οι δυο μαζι.
Τροπος τεταρτος: η ιστορια συμβαινει οπως τη βιωσαν οι τριτοι.
Κι οταν αυτη η ιστορια τελειωσει, τον μονο απο τους παραπανω τροπους που μπορεις να εμπιστευτεις, ειναι ο πρωτος. Γιατι το δευτερο δεν το εμαθες ποτε, γιατι τον τριτο οσο κι αν προσπαθησεις δε θα μπορεσεις ποτε να τον συλλαβεις με απολυτη αντικειμενικοτητα και ο τεταρτος δεν εχει καμια απολυτως εξουσια πανω σου.
Στον απολογισμο σου, επομενως, δεν εχεις το προνομιο να αναρωτηθεις ουτε "τι πηρα απο τον αλλο" ουτε "πού πηγε αυτο που ζησαμε" ουτε "καθενας στη θεση μου αυτο θα εκανε". Εχεις ομως το δικαιωμα να σε καθισεις κατω και να σε ρωτησεις "ποσα απο αυτα που ενιωσες και ειπες και εδειξες και εζησες τα εννοουσες";


From every point in space We've come to this place
So how can it not be fate When we were made this way


Γιατι, ναι οκ, σιγουρα κατι πηρες απο τον αλλον και σιγουρα κατι ζησατε και ασφαλως πολυς κοσμος εχει βρεθει ή θα βρεθει στη θεση σου. Αλλα αυτο που εχει σημασια ειναι οτι συνεβη/συμβαινει σε σενα. Και ναι, μπορει να ειναι απαισιο που ποτε δε θα μπορεσεις να πεις στον αλλο τι ενιωσες, μπορει να ειναι ανυποφορα επωδυνο που τα πραγματα δεν ηρθαν οπως θα ηθελες,
αλλα οπως και να 'χει καπως ηρθαν. Οσο εσυ τα σχεδιαζες αυτα συνεβαιναν. Οσο προγραμματιζες τι ΘΑ ελεγες, χρειαστηκε να μιλησεις πολλες φορες. Κι αυτα τα δυο, σ' αρεσουν δε σ' αρεσουν, φτιαχνουν μια ιστορια. Κι οχι μια ιστορια οποια κι οποια, αλλα μια δικια σου ιστορια.


Κι ισως να ηταν να γινουν ετσι τα πραγματα, ισως αυτος να ειναι ο δρομος.

Για να λεμε τα πραγματα με το ονομα τους, εχω καταληξει σε ενα και μοναδικο συμπερασμα: οτι δεν εχω καταληξει πουθενα.
Μπορει και τιποτα απο τα παραπανω και απο τα προηγουμενα να μην εχουν καμια απολυτως σημασια. Μπορει και γω να μην ξερω τι θελω να πω. Μπορει και ολα αυτα να μην ηταν παρα μια κακη δικαιολογια για την παρουσιαση ενος δισκου κι ενος ζωγραφου. Κι αυτο μπορει να μην ειναι τιποτα περισσοτερο απο ενα κακο φιναλε σε κειμενο.
Ή και οχι.

Friday, October 21, 2011

[Au revoir, 'συ μονο]

Καταγραφη figment, νουμερο εικοσιδυο, μερος πρωτο,
τιτλος "Au revoir, 'συ μονο"
[ή αλλιως "Οπτικοακουστικες Απουσιες"]


A dream of togetherness turned into a brighter mess

Ειναι που ξεκινουν ολα με αυτο το ιδιο φως. Αυτο το πειραγμενο φως που μπαινει στα ματια σου οταν τα ανοιγεις σιγα - σιγα κι εκεινο αρχιζει να κυλα μεσα στην ιριδα σα μικροι κρυσταλλοι ζαχαρης.

Και σχεδον ακους τον ηχο αυτων των μικροσκοπικων κοκκων, οπως κυλουν και φτιαχνουν σχιζοφρενικα μικρα καλειδοσκοπια. Ειναι ελαφρως πορτοκαλι -το ψυχρο. Και χαμογελαει σαν αγουροξυπνημενος μπομπιρας.
Και λες απο μεσα σου "ολα καλα θα πανε".Και το πιστευεις. Δυστυχως.


i wanna remember the places that we 've met

Δεν ειναι οτι κανεις τα στραβα ματια. Ειναι που καταβαθως το μονο που ηθελες ηταν να χορεψεις. Να χορεψεις χαζα, εκτονωτικα. Χοροπηδωντας πανω κατω -ισως και φορωντας λευκες γοβες και ροζ κραγιον- και κουνωντας το κεφαλι δεξια αριστερα, με τα μαλλια σου να τιναζονται στον αερα μισοϊδρωμενα.

Ναι, αυτο ειναι: καταβαθως το μονο που ηθελες ηταν να χορευετε για παντα, γελωντας με τον πιο αστειο τροπο. Κι ηθελες να χορευετε τραγουδια, με λυπημενους στιχους αλλα με χαρουμενες μελωδιες -για να ξορκιζει το ενα το αλλο. Για να ειναι ολα πιθανα. Οχι, δεν ηθελες να ερωτευτεις. Ηθελες να ζησεις μαζεμενα ολα τα παιδικα παρτυ που εχασες.


We both know it's going to be another long winter


Με το τραγικο φιναλε, λοιπον, πεταμενο σε καποια γωνια του μυαλου σου κι επιμελως ξεχασμενο, χορευεις. Χορευεις μεχρι να πεσεις κατω. Πεσμενη στο πατωμα, ακους τα τελευταια μετρα του τραγουδιου. Και το τραγουδι τελειωνει. Και μαζι με αυτο και το παιχνιδι. Τελος και το κυνηγητο.Δεν κυνηγιεστε πια. Για την ακριβεια δεν κυνηγαει πια.
Γιατι εσυ δεν επαιζες κυνηγητο -δεν παιζατε το ιδιο παιχνιδι. Εσυ επαιζες το παιχνιδι του χαμενου θησαυρου. Εψαχνες να βρεις το θησαυρο σου, το θαμμενο απο τη μερα της γεννησης σου. Εκεινος επαιζε κυνηγητο. Εκεινος το εβαλε πεισμα και σε επιασε πριν να τελειωσει καλα - καλα το καλοκαιρι. Εσυ εψαξες, εσκαψες βαθια και μεσα σου και πανω στο κορμι του και στην αμμο και στα πεζοδρομια και στα βραδια και στα σεντονια και στα αεροδρομια και πιστευες οτι τα καταφερες. Αλλα ξαφνικα με ενα εντυπωσιακο "φααπ!",ακριβως τη στιγμη που εκανε την εισοδο του ο χειμωνας, ο θησαυρος εγινε καπνος. Παιζατε διαφορετικα παιχνιδια, παιζατε ο καθενας μονος του. Επαιζε μονος του και κερδισε. Ετρεχες μονη σου και βγηκες δευτερη.


I couldn't sleep and then in dreams we meet and stay asleep
Χανεις τις μερες σου γιατι ετσι γουσταρεις. Χανεις τα λογια σου γιατι τα παραμελησες. Χανεις εσενα γιατι σε εβαλες σε δευτερη μοιρα. Χανεις τον υπνο σου γιατι δεν αντεχεις να βλεπεις το ιδιο ονειρο. Το ιδιο ονειρο μηνες τωρα. Ξαπλωνεις δυσκολα. Αφηνεις την μπαλκονοπορτα ανοιχτη -"για μια ωρα αναγκης",λες αλλα στην πραγματικοτητα το κανεις με την ελπιδα πως αν τη βρισκει ανοιχτη το ονειρο θα φευγει μια ωρα αρχυτερα και θα βρεις την ησυχια σου.
Καθε πρωι σηκωνεσαι απ'το κρεβατι, πας στο μπανιο, στεκεσαι μπροστα στον καθρεφτη και λες μεσα απ' τα δοντια σου "πλαγιασα μ' ενα ονειρο".Και κλαις χωρις ηχο, μη σ' ακουσει η κολωνια σου και θυμωσει. "Πλαγιασα μ' ενα ονειρο".Αυτο ειπες εκεινο το πρωι μολις μπηκες στο αμαξι σου κι αυτο λες καθε μερα απο τοτε."Πλαγιασα μ' ενα ονειρο".Και δε σε παιρνει ο υπνος.Πια.Για να πληρωσεις οπως σου αξιζει που ξεχασες να προσθεσεις την απαραιτητη κτητικη αντωνυμια:πλαγιασα μ' ενα ονειρο ΜΟΥ.


I don't want to lose myself[Frauen und Steine] 

82 νυχτες το ιδιο ονειρο.Μονο δυο νυχτες ονειρευτηκες αλλα.Και τη μια, ακομα προσπαθεις να την ξεχασεις. Ξυπνησες και σκεφτηκες αμεσως αυτον τον πινακα. Ηταν η 55η ή 56η νυχτα, δεν εισαι σιγουρη.Ησουν,λεει, εσυ νεκρη μες στη μεση του πουθενα και το δερμα σου ξεραινοταν σιγα - σιγα, επαιρνε το χρωμα της αμμου, ωσπου μεταμορφωθηκες σε πετρα.Πετρα σχηματισμενη με το στομα μισανοιχτο.Κι ενω ησουν νεκρη και πετρωμενη, σε ειδες να ερχεσαι απο μακρια κλαιγοντας.Πεταχτηκες απ'το ονειρο με δυσπνοια και σε παρακαλεσες, αν ειναι να βλεπεις τετοια ονειρα, καλυτερα το ιδιο καθε βραδυ.Χιλιες φορες καλυτερα. Κι ας μη φταις.

Γιατι δε φταις.Γιατι οταν τον ποθο τον καταπινεις αμασητο, αυτος συσσωρευεται και γινεται φωτια. Απ' αυτες τις μεγαλες που αναβουν στις παραλιες τα καλοκαιρια. Και συ τον καταπιες ολοκληρο και αν τον κρατουσες λιγο ακομα, θα πεθαινες ή απο εσωτερικη πυροραγία ή απο τις αναθυμιασεις. Πηρες, λοιπον, κι εσυ ενα κομματι υφασμα βουτηγμενο στη μυρωδια, αυτη τη μια την αγαπημενη, σκουπισες τα ξεραμενα φιλια απ' τα χειλια σου κι αρχισες να φυσας τον πυρακτωμενο ποθο σου. Σαν κασκαντερ σε τσιρκο εμοιαζες. Κι εβλεπες μεσα στις φλογες να χορευουν οι ανατριχιαστικες λεπτομερειες και τα μισοειπωμενα και τα ψεματα και τα μυστικα και γελαγες τοσο πολυ που παραλιγο να παρουν φωτια τα δοντια σου.
Μα η φωτια ακομα να σβησει.
Αυτο δεν το περιμενες, σωστα;

[Συνεχιζεται..] 

*Ολοι οι πινακες ειναι του Paul Delvaux και τα τραγουδια των au revoir simone, με τη σειρα που περιεχονται στο δισκο τους the bird of music.

Sunday, October 09, 2011

Το τελος του κοσμου

Καταγραφη figment, νουμερο εικοσιενα, τιτλος "Το Τελος του Κοσμου" [ή αλλιώς "And I'm feeling blue"].



Ορισμενες φορες σε σκεφτομαι τοσο εντονα, που νιωθω οτι θα ανοιξω το στομα μου και θα φτυσω κανα ασημενιο δαχτυλιδι. Διαβρωμενο απ' το αλατι της θαλασσας, αδικως θαλασσοπνιγμενο. Και θα θυμωσω με μενα που πιστεψα η ηλιθια οτι το ειχα χασει δια παντος.






Χτες το βραδυ ονειρευτηκα οτι καταστρεφοταν ο κοσμος. Ολα ειχαν μια αποχρωση μπλε ραφ κι ο μονος που νοιαζοταν για τη σωτηρια μου, ηταν ο πατερας μου. Πληρωσε ο,τι ειχε και δεν ειχε, λεει, για να εξασφαλισει δυο θεσεις για μενα και την αδερφη μου στο καλυτερο καταφυγιο της χωρας. Μαζεψα τα πραγματα μου σε τρεις μαυρους σακους και παραλιγο να ξεχασω την οδοντοβουρτσα μου. Φυσουσε δυνατα κι εβρεχε κολασμενα.
Ολα ηταν ετοιμα για τη σωτηρια μου κι ολα αυτα χαρη στον πατερα μου. Αλλα εγω τελευταια στιγμη ανοιξα την πορτα του τεθωρακισμενου τζιπ που θα μας οδηγουσε στο καταφυγιο, ετρεξα στο δρομο και πεταχτηκα στο αμαξι σου μπροστα. Τελευταια στιγμη προλαβες και φρεναρες. Εβαλα το χερι μου απ' το ανοιχτο παραθυρο του οδηγου, ανοιξα την κλειδωμενη πορτα και σου ζητησα να βγεις. Τοση ομορφια μαζεμενη σε μια αποβιβαση, δε θυμαμαι να εχω συναντησει ποτε μου.
Βγηκες. Περασα το χερι μου μεσα απο τα μαλλια σου. Τοποθετησα τον αντιχειρα μου στη στερνικη εντομη σου κι ενιωσα το χτυπο της καρδιας σου. Και για λιγα δευτερολεπτα ειχα αυτο το συναισθημα οπως οταν ξεδιψαμε. Σου εδωσα ολα τα απαραιτητα εγγραφα που θα χρειαζοσουν. Κι ετσι σου εδωσα τη θεση μου στο καταφυγιο. Για να σωθεις.
Μπηκα στο αμαξι σου, εβαλα οπισθεν κι εφυγα με υπερβολικη ταχυτητα μεσα στην πιο μπλε θαλασσα που δεν εχω δει στη ζωη μου ολη. Εσυ κοιτουσες.


Yeah, let's go for a ride.

"Περα απο αυτο το παραλογο, θα πρεπει να υπαρχει κι αλλο. Ειμαι σιγουρος", ειπε το αγορι με τα μαυρα δαχτυλιδια στα μαλλια.
Κι εγω τον πιστεψα. Και τωρα περιμενω αυτο το αλλο παραλογο να με ρουφηξει και να με εισπνευσει, να με φχαριστηθει.
Για την ωρα διαβαζω τις "Λεξεις" του Σαρτρ. Ναι, ξερω, ειμαι αξια της τυχης μου.